Της Νόρας Κωνσταντινίδου
Δεν γνωρίζω προκαταβολικά στο τι θα μπορούσε να ωφελήσει η δική μου αναφορά στην υστεροφημία της Αμαλίας Μεγαπάνου που απεβίωσε στην Αθήνα την 1η Ιουνίου και κηδεύθηκε στις 2 Ιουνίου του 2020 στα ενενήντα ένα της χρόνια. Παρέμεινε, ως προς την καταγωγή Πατρινή, συνδεδεμένη γενεαλογικά με τις κυρίαρχες στη Πάτρα οικογένειες του Δημητρίου Γούναρη (ο παππούς της) και του Αναστασίου Κανελλόπουλου (ο πατέρας της). Η Αμαλία (πρώτη Ελληνίδα κυρία της δεκαετίας του 1960) γεννήθηκε στην πόλη των Αθηνών στις 3 Δεκεμβρίου του 1929. Υπήρξε πολυαγαπημένη κόρη του φαρμακοποιού Αναστάσιου Κανελλόπουλου, αδελφού του πολιτικού και φιλοσόφου Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Έχει αναγνωρισθεί ως εξαιρετικά ευφυής, σπουδαγμένη και μεγαλωμένη σύμφωνα με τα πρότυπα της αστικής κοινωνίας της εποχής της. Στην ηλικία των 22 χρόνων ενώνει με τα στέφανα του γάμου τη ζωή της με αυτήν του Κωνσταντίνου Καραμανλή το 1951. Έζησαν μαζί (με τον τρόπο που έζησαν) 20 χρόνια. Το 1972 το ζευγάρι Κωνσταντίνος- Αμαλία χωρίζουν επίσημα με διαζύγιο το οποίο ζήτησε η ίδια το 1970. Το 1973 παντρεύεται τον μαιευτήρα Επαμεινώνδα (Νώντα) Μεγαπάνου. Το επίθετο Μεγαπάνου, που απέκτησε από τον νέο γάμο της, ήταν αυτό που πρόσθεσε (με ελεύθερη τη βούλησή της) δίπλα στο βαπτιστικό της όνομα. Με το επίθετο της επιλογής της η συγγραφέας Μεγαπάνου έζησε, έγραψε, εξέδωσε βιβλία για 47 ολόκληρα χρόνια.
Χωρίς ποτέ να ζητήσει τίποτε για τον εαυτό της, έδωσε αξία στη διακριτικότητα και με αυτή σε χρήση ρύθμισε τη συμμετοχή της στα πρέποντα. Με γραπτές προτάσεις και προσεκτικές υποδείξεις περιέγραψε τον χρόνο της αποδημίας της που τον έβλεπε να την πλησιάζει με βήματα γοργά. Σύμφωνα με τα ταφικά έθιμα που από παράδοση γνώριζε ως οικογενειακές κληρονομιές, έχει διατυπώσει την επιθυμία της να ταφεί στον οικογενειακό τάφο των Κανελλόπουλων. Το μνήμα αυτών, καθώς βίωσε, φιλοξένησε τον πατέρα της Αναστάσιο και τον θείο της Παναγιώτη Κανελλόπουλο. Τα δυο αδέλφια έχουν ταφεί στο μνήμα του παππού Δημητρίου Γούναρη.
Ο δυο φορές πρωθυπουργός της Ελλάδας Δημήτριος Γούναρης συγκαταλέγεται στους εκτελεσθέντες στη δίκη των εξ του 1922. Στην πόλη της Δράμας η οδός Γούναρη διαμορφώνεται στην επέκταση της μακρινής οδού (από την πλατεία Ελευθερίας) του Ελευθερίου Βενιζέλου και πέρα. Αποτελεί συνέχεια του δρόμου της Βενιζέλου. Διασχίζει τη δυτική περιοχή της Δράμας, που βρίσκεται έξω από τα όρια του ιστορικού κέντρου της πόλης. Φέρνει την ονομασία ενός από τα έξι θύματα, (Δημήτριος Γούναρης) χωρίς ποτέ στα χρόνια που μεσολάβησαν από τότε μέχρι σήμερα να έχει προτάξει κάποιος Δραμινός την ακύρωση ή άλλος από τα εκλεγμένα πρόσωπα στις Διοικητικές αρχές την αλλαγή του ονόματος του γνωστού σε μας δρόμου, όπως έγινε αλλού.
Σε αντίθεση με την περιορισμένη δημοσιότητα που δόθηκε ως προς το θάνατο της Αμαλίας Μεγαπάνου (Καραμανλή) σύμφωνα με την εκφρασμένη επιθυμία της, οι νεκρολογίες στη μνήμη της και η έκφραση συλλυπητηρίων δεν εξέλειπαν για κανένα λόγο. Πρώτος ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας Κυριάκος Κωνσταντίνου Μητσοτάκης ξεχωριστά την τίμησε, όπως ανακοινώθηκε δημόσια ανήμερα της αποδημίας της Αμαλίας: «Μια άξια Ελληνίδα που επί χρόνια υπηρέτησε τα γράμματα και τον μελλοντικό μας λαϊκό πολιτισμό (καθότι εξέδωσε βιβλίο αξιόλογο με κεντήματα της Ελληνίδας νοικοκυράς), δεν είναι πια κοντά μας. Η Αμαλία Μεγαπάνου διέτρεξε με ευθύνη και σεμνότητα τη ζωή της μιλώντας λίγο και πράττοντας πολλά. […] Την αποχαιρετώ με συγκίνηση, όπως νομίζω όλοι οι Έλληνες».
Από δημοσιεύματα εφημερίδων με υπογραφές επώνυμες ανδρών και γυναικών που συνόδευαν τα κείμενα, βγαίνει το συμπέρασμα πως ο έγκυρος θαυμασμός του γραπτού λόγου στο πρόσωπό της ήταν αντάξιός της. «Γενικότερα η Αμαλία Καραμανλή συγκέντρωνε στον περίγυρό της τη συμπάθεια αξιόλογων ανθρώπων. Ωστόσο, από πάντα «γνώριζε να αγαπά», χωρίς ημίμετρα. Ο δυναμικός χαρακτήρας της που αναγνωρίσθηκε από πολλές πλευρές, ήταν «γνωστός τοις πάσι», γράφτηκε έγκαιρα, την Κυριακή 27 Ιουνίου 1999, στην εφημερίδα «Το άλλο Βήμα». Με αυτόν τον δυναμικό χαρακτήρα υποτάσσοντας την πένα της στην ακριβολογία της αλήθειας διάβασε, μελέτησε και έγραψε τα βιβλία της που είναι πολλά και σημαντικά. Το αποκορύφωμα όλων κατέχει το βιβλίο της με τα 12.500 ονόματα, πρόσωπα της ελληνικής μυθολογίας και της Ιστορίας, σε 1.136 σελίδες, με τον εξής τίτλο: «Πρόσωπα και άλλα κύρια ονόματα. Μυθολογικά – Ιστορικά έως τον 1ο μ. Χ. αιώνα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας».
Το βιβλίο αυτό εκδόθηκε από το Μουσείο Μπενάκη σε συνεργασία με τις εκδόσεις «Έναστρον». Αποτελεί ένα εξαιρετικό εργαλείο για κάθε ερευνητή αλλά και για τον καθένα από μας που θέλει να γνωρίσει την ταυτότητα χιλιάδων προσώπων της Ιστορίας. Σε ένα κλίμα πνευματικής γιορτής μίλησαν με θερμά λόγια για τα 12 χρόνια της ενασχόλησής της για τη συγγραφή αυτού του ειδικού βιβλίου, «κλειδί» σε χίλια δυο ερωτήματα γύρω από ιστορικά και μυθολογικά πρόσωπα. Με θερμά λόγια μίλησαν για την τόση μεγάλη και χρονοβόρα αυτή προσπάθεια με το αίσιο τέλος, ο διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη Άγγελος Δεληβορριάς, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, ο Γιώργος Μπαμπινιώτης και άλλοι. Όλοι μαζί δημιούργησαν στη βραδιά της πρώτης παρουσίασης του βιβλίου ένα κλίμα πνευματικής εορτής στην οποία η αξέχαστη Αμαλία Μεγαπάνου μίλησε εξομολογητικά εκφράζοντας διδαχές που απέκτησε από την οικογένειά της, όπως το δέος και ο σεβασμός.
Από «δέος και σεβασμό» κατανάλωσε τη ζωή της προκειμένου να ζωντανέψει με τα γραψίματά της γυναίκες που θα τις αφάνιζε ο χρόνος. Με κυρίαρχη αυτή τη σκέψη έβαλε τελεία στο χρονικό εύρος που την απασχόλησε από τον 1ο μ. Χ. αιώνα. Κι αυτό δεν είναι τυχαίο. Ακριβώς γιατί οι βιογραφίες όλων των ονομάτων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας τελειώνουν με το όνομα της πρώτης γυναίκας χριστιανής με τον τίτλο η «Καλλίστη» που κυκλοφόρησε το 1985. Ως «Καλλίστη» περιγράφεται η Αγία Λυδία η Φιλιππισία, την οποία βάπτισε ο Απόστολος Παύλος. Για τον λόγο αυτό και με το βιβλίο που ως σκυτάλη μού έχει ενεχυριάσει ο παπά Λευτέρης βαδίζω για χρειαζούμενες αναδρομές στα παραπέρα.
(Συνεχίζεται)