Αφιέρωμα στην παγκόσμια ημέρα Ναυτιλίας
Της Νόρας Κωνσταντινίδου
Η παγκόσμια ημέρα ναυτιλίας θα εορτασθεί φέτος στις 24 Σεπτεμβρίου με εκδηλώσεις σε όλον τον κόσμο για 42η φορά υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και του Διεθνούς Οργανισμού Ναυσιπλοΐας (ΙΜΟ), αλλά όπως χαρακτηριστικά σχολιάζουν πολλοί ξένοι οικονομικοί αναλυτές,«στην Ελλάδα θα έπρεπε (η ημέρα ναυτιλίας) να γιορτάζεται… καθημερινά».
Μόνο που στη χώρα μας η ναυτοσύνη ήταν και είναι συνώνυμη με νυχτοήμερα και καθημερινά γλέντια γιορτής που δεν ανήκουν στο χρόνο που καταργείται κάποια στιγμή, όσο η καρδιά του αμούστακου μούτσου ανεβοκατεβαίνοντας, δένοντας και λύνοντας τα πανιά στα ιστιοφόρα, το κορμί μετεωρίζεται, αλλά και πριν από φόβο σταματήσει ο νέος τραγουδά. Συνδιαλέγεται (τάχα ανέμελα) με το πλεούμενο λέγοντας: Πού πας καραβάκι με τέτοιον καιρό;/ Σε μάχεται η θάλασσα δεν την φοβάσαι;/ Άνεμοι σφυρίζουνκαι πέφτει νερό! / Πού πας καραβάκι με τέτοιον καιρό; Κανείς δεν αποκρίνεται σε γη, ουρανό πελάγη στο παιδί. Και εκείνο πεισματωμένο υπόσχεται στον εαυτό του, μόλις σταματήσει η θαλασσοταραχή και κοπάσει η ανεμοθύελλα θα κατέβει στο κατάστρωμα και θα «ρίξει έναζεμπέκικο» ατέλειωτο. μέχρι τελικής πτώσης.
Όταν με το καλό ξυπνήσει και ανασηκωθεί από την εξαντλητική πτώση θα βρει και θα δει όρθιο στην κουπαστή με τους βαθμοφόρους του να βλέπουν και να χαίρονται την ήμερη αθώα θάλασσα του πρωινού. Κανένας δε φαίνεται να θυμάται τα χθεσινοβραδινά, κι αν τα θυμάται; Προς τι; Αυτή είναι η θάλασσα η πικροκυματούσα. Αυτή ήταν το βράδυ που πέρασε, τη νύχτα που έφερε την ημέρα και πριν ολότελα απομακρυνθεί σταμάτησε να ακούσει τους στίχους του Κ. Π. Καβάφη που σιγομουρμούριζαν παρέα οι Ναυτικοί με τον γέρο καπετάνιο να βγάζει το δερμάτινο κασκέτο του για να χαιρετήσει την ανατολή του ήλιου με το ποίημα του Αλεξανδρινού στο στόμα του:
«Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή-
φωνή που μπαίνει
μες στην καρδιά μας και την συγκινεί
και την ευφραίνει.
» Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει
το τραγικό παράπονο των πεθαμένων
που κοιμητήριο ποθούν χριστιανικό.
Τάφο, που συγγενείς με δάκρυα ραντίζουν
και με λουλούδια χέρια προσφιλή ραντίζουν
και που ο ήλιος χύνει φως ζεστό κ’ ευσπλαγχνικό.
Το ποίημα φαίνεται να είναι αφιερωμένο στους ναυτικούς της Μαύρης Θάλασσας, της θάλασσας της οποίας το όνομα από αρχαιοτάτων χρόνων το έχουν αλλάξει. Αναίρεσαν τη Μαύρη Θάλασσα με την κατάπικρη, κατάμαυρη ονομασία. Την είπαν χαϊδολογώντας την, Εύξεινο Πόντο και έτσι έπαψαν να ανησυχούν οι «θεοτικοί» Πόντιοι, χωρίς να έχουν ούτε μια μέρα που να μην έχουν θάψει στα χρόνια τα παρελθοντικά πατέρα, αδελφό, κουμπάρο, γείτονα, φίλο.
Αυτή ήταν και πιθανότατα να είναι μέχρι και σήμερα η μήτρα της Κριμαίας. Η ναυτιλία της χρωστάει πολλά ή μάλλον δεν μπορεί να ξεδιαλύνει κανείς ποιος χρωστάει ποιον. Συνδυασμένη με την υπομονή και στην αναμονή της καλύτερης αυριανής μέρας χάθηκε ο λογαριασμός. Όλα για την παροχή πλούτου προς χάριν της ανύψωσης του πολιτιστικού επιπέδου του λαού. Τα συμπεράσματα αυτά έχουν μακρινή στο χρόνο προέλευση. Προέκυψαν από την αναζήτηση της πρώτης ύλης που συνέδραμε τον χρήστη στην πρόσφορη δημιουργία του πρώτου μέσου για πλεύση στη θάλασσα. Ο γραπτός λόγος του ιστορικού και γεωγράφου της αρχαιότητας Στράβωνα με επίγνωση υποδεικνύει επικουρικό τον τόπο, χρόνο και τρόπο: «… έχει δε η Σινωπίτις και πάσα μέχρι Βιθυνίας ορεινή …ναυπηγήσιμον ύλην αγαθήν και ευμετακόμιστον…», γράφει. Η ναυπηγήσιμος ξυλεία ορίζεται ως θεμελιακή επιλογή της πρώτης ύλης στη ναυσιπλοΐα. Κατά πολλούς, ήταν ένας από τους λόγους που έλκυσε η περιοχή από πολύ νωρίς την προσοχή των Ελλήνων της κυρίως Ελλάδας. Εμπράγματο γεγονός που οδήγησε σταδιακά στην παρουσία ναυπηγείων στις περιοχές της Κερασούντας, των Σουρμένων, της Οινόης, της Σινώπης, του Ριζαίου. Στα νεώτερα χρόνια τα ονόματα πόλεων για την κατασκευή πλοίων στην αιγιαλίτιδα ζώνη είναι αρκετά.
συνεχίζεται…