Του Αχιλλέα Παπαδόπουλου, Ειδικού Καρδιολόγου
Μέρος Α’
Επιδημιολογικές και κλινικές μελέτες υποδηλώνουν σημαντική αντίστροφη σχέση ανάμεσα στη μακροχόνια κατανάλωση μακράς αλύσου ω-3 πολυακόρεστων λιπαρών οξέων, ειδικά εικοσιπενταενοϊκού (ΕΡΑ) και εικοσιδιεξαενοϊκού (DHA) οξέος και του κινδύνου για θάνατο από στεφανιαία νόσο. Φαίνεται ότι τα ιχθυέλαια έχουν σύνθετες και πολύπλευρες δράσεις στην καρδιά, μεταξύ των οποίων είναι η πρόληψη των αρρυθμιών, η μείωση της τάσης για δημιουργία θρόμβων, η μείωση της φλεγμονής, η μείωση των τριγλυκεριδίων και σε μικρότερο βαθμό της αρτηριακής πίεσης και της καρδιακής συχνότητας, καθώς και η διαστολή των αγγείων μέσω βελτίωσης της ενδοθηλιακής τους λειτουργίας.
Η συσχέτιση μεταξύ των ω-3 λιπαρών οξέων και της καρδιαγγειακής νόσου άρχισε να διερευνάται με αφορμή την παρατήρηση ότι οι Εσκιμώοι στη Γροιλανδία εμφάνιζαν ιδιαίτερα χαμηλή θνησιμότητα από στεφανιαία νόσο, παρά το γεγονός ότι ακολουθούσαν δίαιτα πλούσια σε λίπη. Τη δεκαετία του ‘70 οι Δανοί ερευνητές Bang και Dyerberg διατύπωσαν την υπόθεση ότι αυτό οφειλόταν στη δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε ω-3 λιπαρά που ακολουθούσαν οι Εσκιμώοι, οι οποίοι τρέφονταν κυρίως με ψάρια, φώκιες και φάλαινες.
Τα μακράς αλύσου ω-3 λιπαρά οξέα αποτελούν δομικά συστατικά των μεμβρανών στα νευρικά και άλλα κύτταρα του οργανισμού, ενώ σε ακραίες καταστάσεις διαιτητικής έλλειψής τους το αποτέλεσμα είναι σοβαρή νευροπάθεια. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η επαρκής πρόσληψή τους στις γυναίκες σε ηλικία τεκνοποίησης. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι τόσο τα ω-3 όσο και τα ω-6 λιπαρά οξέα είναι ουσίες που ο οργανισμός δεν μπορεί να συνθέσει και ως εκ τούτου πρέπει αυτά να τις προσλαμβάνουμε με την τροφή.
Η δυτικού τύπου δίαιτα περιέχει σε αφθονία ω-6 λιπαρά οξέα, κυρίως με τη μορφή φυτικών ελαίων πλούσιων σε λινολεϊκό οξύ. Ωστόσο, ο ανθρώπινος οργανισμός δεν διαθέτει τα απαραίτητα ένζυμα για τη μετατροπή των ω-6 σε ω-3 λιπαρά οξέα και αυτά πρέπει να αποκτώνται από άλλες διαιτητικές πηγές. Μία συνηθισμένη δυτικού τύπου δίαιτα περιέχει 0,1 με 0,2 γραμμάρια ω-3 λιπαρά οξέα την ημέρα, την ίδια στιγμή που οι μελέτες συνιστούν πρόσληψη από 0,65 έως 1,2 γραμμάρια την ημέρα.
Πώς μπορούμε, όμως, να αυξήσουμε την πρόσληψη των ω-3 λιπαρών οξέων; Αυτό μπορεί να γίνει είτε με την κατάλληλη δίαιτα είτε με τα κατάλληλα συμπληρώματα διατροφής. Ψάρια με άφθονο λίπος, όπως ο κολιός, η ρέγκα, ο τόνος, ο σολωμός, η σαρδέλα και η πέστροφα, είναι πλούσιες πηγές των ιδιαίτερα ευεργητικών μακράς αλύσου ω-3 πολυακόρεστων λιπαρών οξέων, ειδικά εικοσιπενταενοϊκού (ΕΡΑ) και εικοσιδιεξαενοϊκου (DHA) οξέος. Η κατανάλωση δύο-τριών μερίδων τέτοιων ψαριών την εβδομάδα πλουτίζει τη δίαιτά μας με περίπου 1 γραμμάριο ω-3 την ημέρα. Τα λιγότερο λιπαρά ψάρια περιέχουν αρκετά λιγότερα ω-3, ενώ στα τηγανητά ψάρια οι ποσότητες ω-3 είναι μηδαμινές.
Σε αυτό το σημείο, πρέπει να γίνει αναφορά στις επιφυλάξεις που διατυπώνονται τα τελευταία χρόνια σχετικά με τις ανεπιθύμητες ενέργειες από την κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων ψαριών λόγω της ενδεχόμενης μόλυνσης από περιβαλλοντικές τοξίνες, όπως ο υδράργυρος, τα πολυχλωριωμένα διαφαινύλια και οι διοξίνες. Αυτό φαίνεται να αφορά κυρίως τα μεγαλύτερα σε ηλικία και μέγεθος ψάρια όπως είναι οι ξιφίες και τα καρχαριοειδή, αφού αυτά έχουν μεγαλύτερο χρόνο να συγκεντρώσουν στο σώμα τους μεγαλύτερη ποσότητα τοξινών κυρίως τρώγοντας μικρότερα ψάρια.
Η δηλητηρίαση από υδράργυρο μπορεί να είναι η αιτία σοβαρών νευροψυχιατρικών συμπτωμάτων, ενώ τόσο ο υδράργυρος όσο και οι διοξίνες έχουν συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο για καρκινογένεση. Αυτός είναι ο λόγος που γυναίκες πριν ή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και παιδιά κάτων των 16 ετών πρέπει να αποφεύγουν την κατανάλωση μεγάλων ψαριών όπως ο ξιφίας και να περιορίζονται στις απαραίτητες δύο μερίδες μικρών, λιπαρών ψαριών την εβδομάδα, ενώ για τους υπόλοιπους ενήλικες συστήνεται η κατανάλωση μέχρι τεσσάρων μερίδων λιπαρών ψαριών την εβδομάδα, από τις οποίες μόνο η μία μπορεί να είναι ξιφίας ή καρχαριοειδή. Γενικά, το μήνυμα πρέπει να είναι ότι είναι εύκολο κάποιος να αντλήσει μόνο τα πλεονεκτήματα της πρόσληψης ιχθυελαίων και όχι τα μειονεκτήματα, αν αποφεύγει τα μεγάλα σε μέγεθος και ηλικία ψάρια και καταναλώνει ψάρια μικρά και πλούσια σε λίπος.