Της Νόρας Κωνσταντινίδου
Την ώρα του μαγιάτικου δειλινού που τα σύννεφα υποχωρούν για να δώσουν τη θέση τους στα χρώματα και τα αρώματα, η καμπάνα του εσπερινού λαλεί κι αναμοχλεύει τη μνήμη. Μεταξύ των ευχών και προσευχών φέρνει στο φως το χρέος που πυρώνει και αναζωπυρώνει στην πριν απ’ του ηλίου δύση, όχι μόνο για τις οφειλόμενες τιμές που αποδίδονται κάθε χρόνο στις 21 του Μάη στους ισαποστόλους Μέγα Κωνσταντίνο και Ελένη, αλλά στην απόδοση του ελέους των. Μαρτυρείται, πως η χριστιανική παράδοση έχει αναγορεύσει τον υιό και τη μητέρα Αγίους πρώιμα. Από τον 4ο μ.Χ. αιώνα, έγκαιρα και ξεκάθαρα.
Από τον αιώνα εκείνης της καθαγίασης μέχρι σήμερα το όνομα Κωνσταντίνος, όπως και αυτό της Ελένης ηχούν λαλούμενα στα περισσότερα οικήματα των Ορθοδόξων χριστιανών. Επιβεβαιώνεται στην πράξη το πόσο αμέτρητα πολλοί είναι οι πιστοί που φέρνουν τα ονόματα αυτών των αγίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως είναι πάρα πολλοί (πολλαπλάσιοι) και εκείνοι που έχουν περάσει «στας αιωνίους μονάς» και στο «αιωνία η μνήμη». Στη μνήμη τους οι οικείοι τους ανάβουν κεριά από καθαρό μελισσοκέρι και καίνε μοσχομύριστο λιβάνι. Φωτίζουν και υπογραμμίζουν έτσι την μνημονική αθανασία τους. Φέρνουν στην επικαιρότητα νοητά, το πέρασμα της αγαθοεργού ζωή τους.
Ο λόγος αρμόζει στον Κωνσταντίνο Ι. Ανδρεάδη, ο οποίος αθόρυβα και θεοτικά έχει επιτελέσει έργο αξιώσεων, όσο υπήρξε υγιής. Στη συνέχεια μεσολάβησαν συναπτά τα χρόνια της καθήλωσής του στο κρεβάτι της επιθυμητής ανάρρωσης που δεν ήρθε ποτέ. «Εδέβεν πλαν», βέβηκεν σιωπηρά, όπως ο ίδιος επιθυμούσε και όπως η σύζυγος, οι κόρες και τα εγγόνια γνώριζαν το σκεπτικό του το σχετικό γύρω στο τέλος της ζωής του. Γι αυτό και εγκολπώθηκαν της επιθυμία του και με αυτήν οδηγό οδηγήθηκαν στην ταφή του στις 16.1.2020 σεμνά σύμφωνα με την εκκλησιαστική παράδοση και τα ταφικά έθιμα.
Όμως στο σημερινό τρόπο ζωής που ο χρόνος δεν κυλά, κατρακυλά, η καταφυγή στη μνήμη των πατεράδων μας, στις ρίζες μας κυριολεκτικά, μας επιτρέπει την επιστροφή στο παράδειγμά τους. Γνώριζαν να δίνουν εμμένοντας σε αρχές βιωμένες. Από αυτές εμφορούμενες έπραξε ο Κωνσταντίνος της Δράμας. Ελπίζεται έμπρακτα, όπως θα επιθυμούσε και ο ίδιος, να έχει συμβάλει με πράξεις γενικής παραδοχής στα χρόνια που έζησε, ώστε να παραμένει ελαφρύ το χώμα της νεοκρωμνήτικης γης που τον εσκέπασε.
Ευχή και προσευχή να είναι αιώνια η μνήμη του.