Ο ρόλος των κοινωνικών τάξεων στην άμυνα της Κωνσταντινούπολης το 1453

0
640

Του Νικολάου Θ. Γεωργιάδη,
διδάκτορα Βυζαντινής Ιστορίας


 

Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το 1453, πριν από 570 χρόνια, ήταν η τραγική κατάληξη της παρακμής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας που επήλθε λόγω θρησκευτικών, στρατιωτικών, κοινωνικών και οικονομικών αιτίων [Ν. Θ. Γεωργιάδης – Κ. Ευ. Κυριατζάκη, «Από την Άλωση του 1204 μ.Χ. στην Άλωση του 1453 μ.Χ. Τα αίτια της παρακμής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας», Μικρασιατική Σπίθα 19 (2015) 29-36]. Πόσο όμως ενωμένες ήταν οι κοινωνικές τάξεις, ο λαός της Κωνσταντινούπολης, στις παραμονές και κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της και ποιος ο ρόλος τους στην υπεράσπιση της βυζαντινής πρωτεύουσας;
Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες για την Ένωση των Εκκλησιών, η τελευταία από τις οποίες ήταν η κήρυξη της Ένωσης στην Αγία Σοφία στις 12 Δεκεμβρίου 1452, ο βυζαντινός κατώτερος κλήρος και ο λαός συνέχισαν να πιστεύουν στην Ορθοδοξία. Λίγο πριν από την Άλωση ο μέγας δουξ Λουκάς Νοταράς διεκήρυττε, εκφράζοντας την πλειοψηφία του λαού της Κωνσταντινούπολης, ότι: Κρειττότερόν ἐστίν εἰδέναι ἐν μέσῃ τῇ πόλει φακιόλιον βασιλεῦον Τούρκων ἤ καλύπτραν λατινικήν. Ο διχασμός της βυζαντινής κοινωνίας ανάμεσα σε ενωτικούς και ανθενωτικούς ήταν οξύς κατά τις παραμονές της πολιορκίας της Κωνσταντινούπολης και υπονόμευσε τη συνοχή των υπερασπιστών της. Αυτό αποτυπώθηκε και στη διαμάχη για τον πατριαρχικό θρόνο, ανάμεσα στον ενωτικό πατριάρχη Γρηγόριο Γ΄ Μάμμα (1443-1450), που κατέφυγε στη Ρώμη το 1450 εξαιτίας των αντιδράσεων των ανθενωτικών, και στον ανθενωτικό πατριάρχη Αθανάσιο Β΄ (1450-1453), που εξελέγη από τους ανθενωτικούς [https://ec-patr.org/oikoymeniko-patriarxeio/istoria/diatelesantes-patriarxes]. Παράλληλα, οι φρούδες ελπίδες για ισχυρή δυτική βοήθεια, λόγω της αναγκαστικής αποδοχής της Ένωσης των Εκκλησιών από ένα τμήμα της βυζαντινής κοινωνίας, διαψεύστηκαν, επειδή ελάχιστοι Δυτικοί ήλθαν για να ενισχύσουν τους υπερασπιστές της βυζαντινής πρωτεύουσας.
Στον αγώνα για την υπεράσπιση της Κωνσταντινούπολης έπεσαν εκπρόσωποι της άρχουσας τάξης, ντόπιας και ξένης (ιταλικής), στρατιωτικοί ηγέτες και χιλιάδες πολίτες. Αυτό που ένωνε τους πολιορκημένους ήταν η υπεράσπιση της ζωής, της τιμής και της πατρίδας. Στους κόλπους, όμως, της αστικής τάξης των Ιταλών εμπόρων της Κωνσταντινούπολης υπήρχε αντιπαλότητα λόγω συγκρουόμενων οικονομικών συμφερόντων ανάμεσα στους Βενετούς και τους Γενουάτες της πόλης, γεγονός που οδήγησε σε περαιτέρω έλλειψη συνοχής και ομοψυχίας των υπερασπιστών της, ενώ πρέπει να σημειωθεί και η ουδέτερη στάση των αστών-εμπόρων Γενουατών του Γαλατά, που δεν πολιορκήθηκε, αλλά παραδόθηκε στους Οθωμανούς. Ωστόσο, οι λαϊκές μάζες της πολιορκούμενης Κωνσταντινούπολης αγωνίστηκαν είτε πολεμώντας με όπλα (οι ικανοί άνδρες να τα χειριστούν), είτε επισκευάζοντας τα τείχη της πόλης που πλήττονταν καθημερινά από τους κανονιοβολισμούς των Οθωμανών, είτε καθαρίζοντας τις τάφρους από πτώματα και πέτρες (άνδρες, γυναίκες, παιδιά και μοναχοί). Ιστορικές πηγές, όμως, αποκαλύπτουν και μια άλλη πτυχή των γεγονότων της Άλωσης, την απροθυμία οικονομικής ενίσχυσης της άμυνας εκ μέρους της άρχουσας τάξης.
Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος (1448-1453), λόγω ένδειας του κρατικού ταμείου, διέταξε να αφαιρεθούν ιερά σκεύη εκκλησιών και αφιερώματα πιστών για να εκδοθούν νομίσματα, με τα οποία να πληρωθούν οι υπερασπιστές της Κωνσταντινούπολης, οι μισθοφόροι στρατιώτες, οι σκαπανείς (εργάτες των ορυγμάτων) και οι κτίστες. Ο έμπιστος του αυτοκράτορα, μέγας λογοθέτης Γεώργιος Σφραντζής, αναφέρει ότι ἐπειδή δὲ καὶ χρημάτων ἐσπάνιζον τὰ βασίλεια διὰ τὸν μισθὸν τῶν στρατιωτῶν προσέταξεν ὁ βασιλεύς λαβεῖν τὰ τῶν ἐκκλησιῶν σκεύη ἅγια καὶ ἀφιερωμένα τῷ Θεῷ, καὶ χρήματα ἐποιήσαμεν [Γεώργιος Σφραντζής, Χρονικόν, έκδ. V. Grecu, Giorgios Sphrantzes, Memorii 1401-1477, Pseudo-Phrantzes, Macarie Melissenos, Cronica 1258-1481, (Scriptores Byzantini 5), Bucuresti 1966, σ. 400]. Και συνεχίζει: Κανένας δεν πρέπει να μας κατηγορήσει γι’ αυτήν την πράξη σαν ιερόσυλους επειδή το επέβαλλε η ανάγκη. Το ίδιο άλλωστε έκανε και ο Δαβίδ όταν πείνασε και έφαγε τους «άρτους της προθέσεως», που μόνο οι ιερείς είχαν το δικαίωμα να φάνε. Ο αείμνηστος αυτοκράτορας είπε γι’ αυτή την ενέργειά μας: «Αν ο Θεός γλιτώσει την Πόλη, θα τα επιστρέψω όλα τετραπλάσια στον Κύριό μου» [Γ. Φραντζής – Ν. Μπάρμπαρο, Η Πόλις εάλω. Το χρονικό της πολιορκίας και της άλωσης της Κωνσταντινούπολης, εκδ. Νέα Σύνορα, Αθήνα 1993, σ. 40]. Την πληροφορία του Σφραντζή επιβεβαιώνει και ο Λατίνος αρχιεπίσκοπος Χίου Λεονάρδος [Leonardus Chiensis Mitylenaeus Archiepiscopus, “Historia Cpolitanae urbis a Mahumete II captae”, Patrologia Graeca 159 (1866) 923-944, κυρίως σσ. 934-935]: sed recurrendum ad sacra. Auferri igitur et conflari jussit ex sacris temples sancta Dei vasa, sicuti Romanos pro necessitate temporis fecisse legimus exque eis pecuniam insigniri darique militibus….
Ο Βενετός έμπορος Nicolo Barbaro, όμως, παραδίδει ότι υπήρχαν στους ευγενείς χρήματα, αλλά αυτά δεν δόθηκαν στο κρατικό ταμείο, απεκρύβησαν σε θησαυρούς έκτακτης ανάγκης-πολιορκίας [Φραντζής – Μπάρμπαρο, Η Πόλις εάλω, σ. 211]: 1453 τη 18η Ιουλίου: Ο αυτοκράτορας, που ήταν πάμπτωχος, εζήτησε να δανειστεί από τους αυλικούς του χρήματα, εκείνοι του είπαν ότι ελυπούντο, αλλά δεν είχαν. Έπειτα, οι Τούρκοι βρήκαν αρκετά χρήματα. Σε κάποιον μάλιστα από εκείνους βρήκαν 30.000 δουκάτα. Είχαν δε συμβουλέψει τον αυτοκράτορα να μην τιμωρήσει τους αυλικούς του, αλλά να αφαιρέσει τα ασημικά από τις εκκλησίες, και αυτό έκανε [Nicolo Barbaro, Giornale dell’assedio di Constantinopoli 1453, έκδ. Ε. Cornet, Vienna 1856, σ. 66: L’imperator essendo poverissimo, dimando imprestido a suoi baroni di denari, loro si escusarono non ne avere, et poi Turchi trovarono assai denari, et a tal di quelli gentilhomeni fu trovato ducati 30m, e fu consigliato l’imperatore non mettere angarie in quelli tumulti, ma torre le argenterie de le chiese, et cosi si fece.
Ακολούθως ο Nicolo Barbaro αναφέρει και μία άλλη σημαντική πληροφορία για την ύπαρξη χρημάτων στα χέρια της τάξης των ευγενών [Φραντζής – Μπάρμπαρο, Η Πόλις εάλω, σ. 212]: Λέγεται ακόμα πως ένας μεγάλος Έλληνας ευγενής, για να κερδίσει την ευμένειά του, έστειλε τις δύο θυγατέρες του κρατώντας η καθεμιά από ένα δίσκο γεμάτο χρήματα, και τότε ο Τούρκος έκανε μεγάλες τιμές σ’ αυτόν τον ευγενή και του έδειχνε μεγάλη εκτίμηση. Βλέποντας την τύχη του, οι άλλοι Έλληνες ευγενείς παίρνουν όσα χρήματα μπορούσε ο καθένας και πηγαίνουν να του τα προσφέρουν για να κερδίσουν την εύνοιά του. Ο Τούρκος αυθέντης δέχεται τα δώρα και περιβάλλει τους κομιστές τους με μεγάλες τιμές και αξιώματα. Αλλά, όταν έπαψαν να του πηγαίνουν δώρα, διατάζει να αποκεφαλίσουν όσους του είχαν φέρει, λέγοντας πως ήταν μεγάλοι σκύλοι που δεν είχαν θελήσει να τα δανείσουν στον αυθέντη τους κι είχαν αφήσει την πόλη να χαθεί.
Από τη διασταύρωση και την επεξεργασία των παραπάνω πηγών προκύπτει ότι εκτός από την αντίσταση του λαού της Κωνσταντινούπολης κατά των Οθωμανών το 1453, που είχε χαρακτηριστικά παλλαϊκής άμυνας, τα ανώτερα στρώματα της ύστερης βυζαντινής κοινωνίας συνέβαλαν μεν στην ένοπλη αντίσταση, αλλά και υπηρέτησαν τα ταξικά, οικονομικά, συμφέροντά τους, αποκρύπτοντας χρήματα που θα ενίσχυαν τις αμυντικές δυνατότητες της πόλης. Τα συμφέροντα και τα προνόμια της άρχουσας τάξης, άλλωστε, είχαν εξυπηρετήσει και οι εθελούσιοι εξισλαμισμοί γηγενών χριστιανών αριστοκρατών, γαιοκτημόνων και αξιωματούχων του βυζαντινού κράτους (εκτός από τους βίαιους εξισλαμισμούς συμπαγών ελληνικών πληθυσμών) στη Μικρά Ασία κατά την προέλαση των Οθωμανών μετά το 1071 λόγω της κατάρρευσης της βυζαντινής κυριαρχίας (που τη χαρακτήριζε πολιτική αβεβαιότητα, στρατιωτική ανασφάλεια και οικονομική παρακμή) αλλά ταυτόχρονα και εξαιτίας της ανάδειξης της οθωμανικής κυριαρχίας (που ενέπνεε σταθερότητα, ασφάλεια και οικονομική ευημερία). Γιατί όπως αναφέρει και ο Τηλέμαχος Λουγγής, ομότιμος διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών [«Σχετικά με το λαϊκό κίνημα στο Βυζάντιο (Μέρος Δ΄). Η αδύναμη φεουδαρχοποίηση (1042-1453)», ΚΟΜΕΠ 6 (2017)]: στο Βυζάντιο των τελευταίων αιώνων η εκμετάλλευση του λαού τον οδηγεί σε αφάνεια, ενώ η άρχουσα τάξη, έστω και διασπασμένη και σε διάφορες υπερορίες, θα εξακολουθήσει να υπάρχει ως άρχουσα τάξη.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ
Captcha verification failed!
Η βαθμολογία χρήστη captcha απέτυχε. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας!