Της Νόρας Κωνσταντινίδου
Με απλοϊκό και κατανοητό λόγο παράκληση σημαίνει η μικρή ή μεγάλη ικετευτική ακολουθία (ατομική ή ομαδική), στην οποία επιζητείται ή επέμβαση του Θεού ή η θεία δύναμη της Παναγίας ή των αγίων στους οποίους απευθύνονται οι πιστοί για να βοηθήσουν στην ίαση των ασθενών ως τα προσφιλή πάσχοντα πρόσωπα των αιτούντων. Πρόκειται για εισαγωγικούς στίχους τροπαρίων που ψέλνονται κυρίως στις θεομητορικές εορτές ή και στις πατερικές ή σε αυτές των αγίων. Γενικότερα το σύνολο των τροπαρίων από όσα ακούγονται στο «Πάσχα του καλοκαιριού» στις 15 Αυγούστου αποκαλούνται μεγαλυνάρια. Το αιτιολογικό της ονομασίας αποδίδεται στην αρχική φράση των κανόνων, οι οποίοι ξεκινούν με το: «μεγάλυνον ψυχή μου». Κατά εξαίρεση τελούνται οι παρακλήσεις σε οποιαδήποτε ημερομηνία μέσα στον χρόνο ως προς την ημέρα ή και την ώρα. Αντίθετα, ο Μέγας Παρακλητικός Κανόνας ψέλνεται σταθερά στους περισσότερους ναούς μετά τον εσπερινό της ημέρας που από πάντα προηγείται.
Τα συντεταμένα υμνογραφικά τροπάρια του Μικρού Παρακλητικού που ακούγονται το Δεκαπενταύγουστο δεν είναι δεκαπέντε. Στην πράξη ακολουθούν τους δώδεκα εσπερινούς του Αυγούστου, με δύο επί μέρους εξαιρέσεις. Η πρώτη αντιστοιχεί στην απουσία παρακλήσεων στον εσπερινό της παραμονής της εορτής της Μεταμορφώσεως του Σωτήρα. Η δεύτερη και η τρίτη απουσιάζουν από το τελευταίο Σαββατοκύριακο του δεκαπενθημέρου του Αυγούστου. Οι υπόλοιπες ημέρες παραμένουν πιστές στην τροχιά της ροής του χρόνου. Αποτελούν κόσμημα ικετευτικού λόγου, όπως διαπιστώνεται από ένα-δύο αντίγραφα κατά τύχη σαν παραδείγματα χρήσης αυτήν τη στιγμή:
«Και σε μεσίτριαν έχω, προς τον φιλάνθρωπων Θεόν· μη μου ελέγξη τας πράξεις, ενώπιον των Αγγέλων· παρακαλώ σε Παρθένε, βοήθησον μοι εν τάχει.
»Χρυσοπλοκώτατε πύργε, και δωδεκάτειχε πόλις, ηλιοστάλακτε θρόνε, καθέδρα του βασιλέως, ακατανόητον θαύμα, πώς γαλουχείς τον Δεσπότην;».
Οι παρακλήσεις (κοινώς οι παρακλητικοί κανόνες) προέκυψαν στη διάρκεια του 9ου μ.Χ. αιώνα με εμφανείς ρίζες από τον 7ο αιώνα. Ο ποιητής του οποίου οι στίχοι άδονται καλύπτοντας τον Μικρό Παρακλητικό κανόνα προς τη Θεοτόκο αναφέρεται από πολλούς ο μοναχός Θεοστήρικτος από τη Βιθυνία της Μικράς Ασίας. Αλλά και ο πλέον γνωστός υμνογράφος της χριστιανοσύνης, ο Ιωάννης Δαμασκηνός αναφέρεται στους πλέον πολυμαθείς και ασκητικούς Πατέρες της Ορθοδοξίας, ενώ συχνά μαζί του μνημονεύεται και ο ποιητής Κοσμάς. Φυσικά και δεν παραλείπεται ο υμνολόγος Θεοφάνης ο Ομολογητής, ο και μητροπολίτης Νικαίας. Στις μέρες μας η παράκληση δεν έχει επακριβώς τον ίδιο τον τύπο, όπως διασώζεται στα παλαιά της Εκκλησίας χειρόγραφα. Διασώζονται αρκετά είδη κανόνων και ένα από αυτά απευθύνεται προς την υπεραγίαν Θεοτόκον. Ο καλούμενος «μέγας παρακλητικός κανόνας» είναι έργο του Θεοδώρου του Λασκάρεως, του αυτοκράτορα της Νικαίας (1255-1259), του οποίου τα ενδιαφέροντα δεν περιορίζονταν σε θέματα στρατιωτικά, αλλά και σε Θεολογικά». Υπενθυμίζεται η παρατήρηση στο λήμμα «Παρακλητικός Κανών» από την Εγκυκλοπαίδεια «ΗΛΙΟΣ». Ο παρακλητικός κανόνας συχνά αναφέρεται ως «μέγας κανών», όχι ως μέγας για την έκταση του ή την αρχαιότητά του, αλλά γιατί άμεσα σχετίζεται με τη μεγάλη εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (15 Αυγούστου).
Η καθολικά δεσπόζουσα εορτή της υπεραγίας Θεοτόκου και της «Μητέρας του Λόγου» εδραιώνεται και στερεώνεται καλοκαιριάτικα. Και αυτό, όσο με την καθορισμένη λατρεία στη μνήμη της Παναγίας τον Αύγουστο μήνα η παράδοση μαζί με την Ελληνική Παιδεία παραμένουν επιδεκτικά στο προσκήνιο με την προσήλωση που της αρμόζει και της αποδίδεται με την μεγίστη των ικανοποιήσεων. Η ζωντάνια που επιδεικνύεται και επιζητείται στις εκδηλώσεις με επίκεντρο τη μητέρα που «εν τη γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας / εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες», άφησε δείγματα απογοήτευσης στα περσινά καλοκαίρια, που οι Εκκλησίες εξαιτίας της πανδημίας λειτούργησαν το ίδιο αρρωστημένα πανδημικώς. Για τον λόγο αυτό, ο απλός λαός από αντίδραση και ο βαθειά θρησκευόμενος πολίτης από αξερίζωτα ριζώματα στο είναι του, γέμισαν με επάρκεια από δικαιολογημένη αντίδραση τη φετινή χρονιά που διανύσαμε όλους τους ιερούς ναούς, μικρούς – μεγάλους. Έμπρακτα υποδηλώνοντας την αναλλοίωτη Παιδεία του ο κόσμος, μαζί και την προσκόλλησή του στα Πάτρια, δεόντως εκδηλώθηκε. Και ενώ οι παρακλητικοί κανόνες τον Δεκαπενταύγουστο σίγησαν, τα τροπάρια που άφησαν βαριά την εγγραφή τους στη μνήμη του εκκλησιάσματος προσφέρουν επιτακτική την ώθηση στα χείλη. Ψιθυρίζουν τους ψαλμούς που η επανάληψη ανεξίτηλα εμπέδωσε και η λήξη του συνόλου των παρακλητικών κανόνων παρέμεινε αδιασάλευτη:
«Απόστολοι εκ περάτων συναθροισθέντες ενθάδε, Γεσθημανή τω χωρίω, κηδεύσατέ μου το σώμα· και συ Υιέ και Θεέ μου, παράλαβέ μου το πνεύμα.
»Ο γλυκασμός των Αγγέλων, των θλιβομένων η χαρά, Χριστιανών η προστάτις, Παρθένε μήτηρ Κυρίου, αντιλαβού και ρύσαι, από αιωνίων βασάνων».
Με τις ευχές και με το «δι’ ευχών των αγίων Πατέρων ημών» η απόλυτη σιγή τόλμησε την παρουσία της. Ωστόσο οδηγεί στο απολυτίκιο της Παναγίας με την ελπίδα να αναγεννάται και να παρέχει ο χρόνος τα εχέγγυα για παν ποθητό στη νέα χρονιά. Ο απαστράπτων από καθαριότητα ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου, ο ανθοστόλιστος με μέτρο, όπου το μάτι ζητά τη διάκοσμο στην εικονολατρία της Πάναγνης Παρθένου, οι ευφρόσυνες χαρές ενισχύουν τις ελπίδες και ελπίζεται το ό,τι καλύτερο του χρόνου… του χρόνου «νυν και αεί στους αιώνες των αιώνων». Χρόνια πολλά με πολλές καλές ελπίδες στους άπαντες.