
Αφιέρωμα των «Χ» στην Εκατονταετηρίδα 1922-2022, κάθε Δευτέρα
Γεωργία Μπακάλη – Δημήτρης Ι. Σφακιανάκης
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
Τα διαδοχικά προσφυγικά ρεύματα που έφταναν στην Δράμα από το 1922 μέχρι το 1925 αύξησαν δραστικά τον πληθυσμό της, τόσο μέσα στην πόλη όσο και στην ύπαιθρο. Εύλογα η ανθρωπογεωγραφία της περιοχής διαφοροποιήθηκε ριζικά. Η Δράμα της ανατολίτικης νωχέλειας και της αργόσυρτης ανάπτυξης παρήλθε ανεπιστρεπτί. Μια νέα πόλη διαμορφώνεται με ασφυκτική συσσώρευση πληθυσμού αλλά και με αυξημένες ανάγκες για παραγωγή και κατανάλωση ειδών και υπηρεσιών πρώτης ανάγκης.
Τις μεσοπολεμικές προπάντων δεκαετίες κινητήριος μοχλός ήταν ο πολύτιμος καπνός. Δέσποζε και επηρέαζε όλες τις εκφάνσεις της ζωής στη Δράμα. Σημαντική πηγή πλούτου –όταν οι εξαγωγές ήταν ευνοϊκές–, τόνωνε δραστικά την αγοραστική ικανότητα των καπνοπαραγωγών και καπνεργατών αλλά και των δορυφορικών υπηρεσιών που αιμοδοτούνταν από τον καπνό (μεσίτες, εκτιμητές, υπηρεσίες μεταφορών, ασφάλειες, υπαλληλικό προσωπικό των καπνεμπορικών εταιρειών). Οι αυξημένες ανάγκες της πόλης αλλά και της υπαίθρου για βασικά καταναλωτικά αγαθά και υπηρεσίες ευνόησαν το επιχειρηματικό κλίμα. Το αξιοποίησαν δεόντως οι πρόσφυγες, ειδικά αυτοί που είχαν επιτυχημένη επιχειρηματική εμπειρία πριν αναγκαστούν να πάρουν το δρόμο της προσφυγιάς. Νέες επιχειρήσεις εμφανίζονται, τόσο στον Μεσοπόλεμο όσο και τις επόμενες δεκαετίες, στημένες από πρόσφυγες πρώτης ή δεύτερης γενιάς, συμβάλλοντας στη βελτίωση του επιπέδου ζωής.
Το 1928 (βάσει της εθνικής απογραφής) ο Δήμος Δράμας, με τους εφτά συνοικισμούς του (Αρκαδικός, Νέα Αμισός, Πασαλή Τσιφλίκ, Προάστειο, Σεβαστειανό, Ταξιάρχης, Τιμόθεος), αριθμούσε συνολικά 31.571 κατοίκους, ενώ η πόλη 29.339. Το 1930 η απογραφή των επιχειρήσεων (διενεργήθηκε από του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας μέσω των Εμπορικών Επιμελητηρίων) έδειξε ότι στην πόλη της Δράμας λειτουργούσαν 1.810 εμπορικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις (πλην των αυτοκινητιστών που υπερέβαιναν τους 120), ενώ στις διάφορες Κοινότητες 1.260. Εκπρόσωποι του Εμπορικού Επιμελητηρίου Δράμας παρατηρούσαν κατακόρυφη αύξηση των εμπορικών καταστημάτων, την οποία απέδιδαν στην εγκατάσταση των προσφύγων ενώ και μη Δραμινοί επαγγελματίες είχαν παρεισφρήσει στο εμπόριο.

(Συλλογή Πολιτιστικού και Μορφωτικού Συλλόγου Δοξάτου)


(Θεόδωρος Ρωμανίδης, Νέα Αμισός Δράμας (Τσάι Τσιφλίκ), το χωριό του παππού μου, χ.τ. 2017)

(Συλλογή Θεόδωρου Ρωμανίδη)
(Το υλικό του άρθρου βασίζεται στο ιστορικό-φωτογραφικό λεύκωμα: Γεωργία Μπακάλη – Δημήτρης Ι. Σφακιανάκης, Η Δράμα των προσφύγων. Αφιέρωμα μνήμης, Δράμα 2019).