Αν και η σχέση που υπάρχει ανάμεσα στο άγχος, τα ανθρώπινα συναισθήματα και τις καρδιακές παθήσεις είναι δεδομένη, το θέμα αυτό σπάνια αναφέρεται και συζητείται στα ιατρικά συνέδρια, και ακόμη πιο σπάνια αναπτύσσεται στα ιατρικά περιοδικά. Όμως, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υποτιμούμε το γεγονός, ότι αυτά που σκεφτόμαστε και αυτά που νιώθουμε πυροδοτούν αλλαγές και αντιδράσεις μέσα στο σώμα, που επηρεάζουν άμεσα τη λειτουργία της καρδιάς και των αγγείων μας, είτε προκαλώντας είτε επηρεάζοντας την πορεία αρκετών καρδιακών παθήσεων.
Ίσως η πιο εντυπωσιακή απόδειξη της σχέσης, που υπάρχει ανάμεσα στο μυαλό και την καρδιά μας, είναι η καρδιομυοπάθεια Takotsubo, η οποία πολύ εύστοχα ονομάζεται και «σύνδρομο της ραγισμένης καρδιάς». Η βασική της εκδήλωση είναι η οξεία εμφάνιση σοβαρής συστολικής καρδιακής δυσλειτουργίας, που συχνά οδηγεί σε καρδιογενές σοκ, ενώ ταυτόχρονα ο στεφανιογραφικός έλεγχος αποκαλύπτει φυσιολογικά στεφανιαία αγγεία. Η αιτιολογία αυτής της καρδιομυοπάθειας είναι ευρέως αποδεκτό ότι σχετίζεται με το άγχος και τα συναισθηματικά τραύματα, τα οποία προκαλούν εντυπωσιακή αύξηση των κατεχολαμινών στην κυκλοφορία του αίματος. Ένας δύσκολος χωρισμός, η απώλεια ενός αγαπημένου ανθρώπου, το άγχος που συνοδεύει μια πολύ δύσκολη επαγγελματική περίοδο ή ένα επικείμενο χειρουργείο έχουν όλα αναφερθεί ως αιτίες που οδήγησαν στην εμφάνιση της δραματικής συμπτωματολογίας της καρδιομυοπάθειας Takotsubo.
Ο μηχανισμός, που συνδέει την ψυχολογική κατάσταση με τον καρδιαγγειακό κίνδυνο ενός προσώπου, φαίνεται ότι δεν περιορίζεται μόνο στη διέγερση του νευροορμονικού συστήματος και την επίδραση της στη λειτουργία του ενδοθηλίου των αρτηριών και στην ακεραιότητα της αθηρωματικής πλάκας. Επεκτείνεται και στη χρόνια ρύθμιση παραγόντων κινδύνου, όπως είναι και το κάπνισμα, σακχαρώδης διαβήτης και η αρτηριακή υπέρταση. Οι καπνιστές μετά από ένα αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ή ένα οξύ στεφανιαίο σύνδρομο διακόπτουν πολύ πιο εύκολα το τσιγάρο, όταν καταφέρουν μόνοι τους ή βοηθηθούν από το στενό οικογενειακό περιβάλλον τους να είναι ήρεμοι και σε καλή ψυχολογική κατάσταση. Οι πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη απορρυθμίζονται ευκολότερα σε καταστάσεις σωματικού ή ψυχικού στρές, ενώ οι υπερτασικοί απαντούν με υπερβολικές αυξήσεις της αρτηριακής πίεσης σε στρεσογόνα ερεθίσματα. Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο ηλικιωμένος με ρυθμισμένη πίεση, ο οποίος αιφνιδίως ανακαλύπτει έντρομος μεγάλη αύξηση της πίεσης, επειδή έχει στεναχωρηθεί ή αγχωθεί για κάποιο άσχετο θέμα.
Η σημασία που έχει το άγχος και συναισθηματική φόρτιση για την καλή κατάσταση του καρδιαγγειακού συστήματος φαίνεται από τις ευεργετικές επιδράσεις αντίστοιχων παρεμβάσεων. Στη μελέτη Cardiovascular Quality and Qoytcomes, που δημοσιεύθηκε το 2012 στο περιοδικό Circulation, εξετάστηκε το πιθανό όφελος του διαλογισμού στην πρόληψη καρδιαγγειακών επεισοδίων σε πρόσωπα που είχαν ήδη γνωστό καρδιολογικό ιστορικό. Οι ασθενείς, που έκαναν διαλογισμό δύο φορές την ημέρα για πέντε χρόνια, παρουσίασαν μείωση κατά 48% των καρδιαγγειακών επεισοδίων συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου. Τα εντυπωσιακά αυτά αποτελέσματα, που ξεπερνούν την αποτελεσματικότητα αντίστοιχων παρεμβάσεων στα λιπίδια ή την αρτηριακή υπέρταση, μας κάνουν πραγματικά να αναρωτιόμαστε πόσο θα μειώνονταν τα εμφράγματα και τα εγκεφαλικά αν τέτοιες παρεμβάσεις εφαρμόζοντο σε μεγαλύτερες πληθυσμιακές ομάδες. Μια άλλη μελέτη, από το Journal of the American College of Cardiology, εξέτασε την επίδραση της γιόγκα στην παροξυσμική κολπική μαρμαρυγή. Οι ασθενείς, που παρακολούθησαν δύο συνεδρίες γιόγκα την εβδομάδα, διάρκειας μιας ώρας η κάθε μια, μείωσαν κατά 45% τον αριθμό επεισοδίων κολπικής μαρμαρυγής. Έτσι, η βελτίωση της σχέσης ανάμεσα στο μυαλό και το σώμα, όπως αυτή γίνεται από μια χαμηλού κόστους παρέμβαση, ως γιόγκα, μπορεί δυνητικά να βελτιώσει εντυπωσιακά τα συμπτώματα μιας καρδιολογικής πάθησης.
Επίσης η συχνή και στενή επαφή με τη φύση μπορεί να έχει ευεργετικές συνέπειες στην υγεία. Μια εξαιρετική μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Science, ανέφερε τα αποτελέσματα που είχε η θέα από το κρεβάτι του θαλάμου στην ανάρρωση ασθενών μετά από μια χειρουργική επέμβαση. Αυτοί που έβλεπαν το απέναντι πάρκο χρειάστηκαν πολύ λιγότερα παυσίπονα από αυτούς που δεν έβλεπαν τίποτε άλλο εκτός από τους τοίχους του δωματίου τους. Στοιχεία από μελέτες σαν και αυτή μπορεί να αποτελέσουν πολύτιμη βοήθεια για το σωστό σχεδιασμό νοσοκομείων και κλινικών. Όμως δεν αρκεί μόνο η δική μας προσπάθεια να μειώνουμε το άγχος των ασθενών μας, αλλά χρειάζεται και η μεταβολή του τρόπου με τον οποίο και οι ίδιοι αντιλαμβάνονται και αντιμετωπίζουν την καθημερινότητά τους. Σε μια μελέτη, που δημοσιεύτηκε το 2013 στο European Heart J ournal, φάνηκε ότι τα πρόσωπα που θεωρούν ότι έχουν πολύ άγχος και ότι αυτό επηρεάζει αρνητικά την υγεία τους –ανεξάρτητα από το άγχος που πραγματικά έχουν– παρουσιάζουν αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο. Καλά θα ήταν λοιπόν να ενθαρρύνουμε τους ασθενείς μας να βλέπουν τη ζωή αισιόδοξα και να προσπαθούν να προσαρμόζονται αποτελεσματικά στις καθημερινές αλλαγές, αφού αυτό μειώνει την πιθανότητα μελλοντικής νόσησης.
Πως όμως μπορούμε με συστηματικό τρόπο να μειώσουμε το άγχος, να βελτιώσουμε τη διάθεσή μας και μέσα από τη βελτίωση της ψυχολογικής κατάστασης να μειώσουμε τον καρδιαγγειακό κίνδυνο των ασθενών μας; Τα προγράμματα αποκατάστασης πάντα ήταν μια καλή ιδέα μετά από ένα εγκεφαλικό ή ένα έμφραγμα του μυοκαρδίου, όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες, και ίσως ακόμη περισσότερο στη δική μας, αυτά δεν χρησιμοποιούνται επαρκώς ακόμη και στους ασθενείς εκείνους που έχουν απόλυτη ένδειξη. Μόνο το 10% με 30% των ασθενών με ένδειξη παραπέμπονται διεθνώς σε πρόγραμμα αποκατάστασης, μετά από ένα σοβαρό καρδιαγγειακό επεισόδιο. Εδώ βασικό μερίδιο της ευθύνης ανήκει στους γιατρούς, που καθώς οι περισσότεροι δεν είναι εξοικειωμένοι με τις τεχνικές της αποκατάστασης, αποφεύγουν να παραπέμπουν τους ασθενείς τους σε ασθενείς τους σε προγράμματα. Αυτά όμως, εκτός από την άσκηση, που από μόνη της βελτιώνει την ψυχολογία των αθλούμενων, συνήθως περιέχουν και κάποια μορφή ειδικές ψυχολογικής παρέμβασης.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικές λοιπόν οι παρεμβάσεις στα λιπίδια, την αρτηριακή υπέρταση, το σακχαρώδη διαβήτη και το κάπνισμα, όμως δεν πρέπει να αμελούμε το καθήκον μας απέναντι στην «ψυχή» του ασθενούς μας. Ο καθένας από εμάς, ακόμη και αν δεν είναι ειδικός στη διαχείριση του άγχους, θα πρέπει να παίξει βασικό ρόλο στην παροχή ψυχολογικής υποστήριξης και ενθάρρυνσης.
Όταν η καρδιά και η ψυχή πηγαίνουν χέρι-χέρι
του Αχιλλέα Παπαδόπουλου, Ειδικού Καρδιολόγου