
Ο Εμπορικός Σύλλογος Δράμας διοργάνωσε εκδήλωση παρουσίασης της έρευνας με τίτλο «Ανάλυση Καταναλωτικής Δραστηριότητας στην Πόλη της Δράμας», σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών – ΕΣΕΕ το απόγευμα της Τετάρτης στο Επιμελητήριο Δράμας.
Πρόκειται για Ανάλυση της καταναλωτικής δραστηριότητας στην πόλη της Δράμας μετά από καταγραφή της αγοραστικής συμπεριφοράς των κατοίκων της περιοχής. Το Μέγεθος Δείγματος της έρευνας ήταν 350 ερωτώμενοι και η έρευνα έγινε το 2018 σε τυχαίο δείγμα με ερωτηματολόγια και προσωπικές συνεντεύξεις.
Όπως είπε στα ΧΡΟΝΙΚΑ ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Δράμας Αντώνης Σκουλίδης στην έρευνα ουσιαστικά μετρήθηκαν τα τοπικά καταστήματα σε σχέση με τον ανταγωνισμό, τις πολυεθνικές εταιρείες, την διαφυγή καταναλωτών προς άλλες πόλεις και το μέγεθος της κατανάλωσης των Δραμινών μέσω διαδικτύου. Στόχος της έρευνας είναι κάθε μέλος του Εμπορικού Συλλόγου να βελτιωθεί και να στηρίξει την επιχείρησή του.
Ως προς την διαδικασία που ακολουθήθηκε για την έρευνα, αξίζει να σημειωθεί ότι το ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ ετοίμασε τα ερωτηματολόγια τα οποία διανεμήθηκαν στην αγορά της Δράμας και καταγράφηκαν οι απόψεις των ερωτηθέντων. Στην συνέχεια στάλθηκαν στο ΙΝΕΜΥ και έγινε η επεξεργασία των στοιχείων. Τα αποτελέσματα αυτά παρουσιάσθηκαν στο επιμελητήριο της Δράμας ενώπιων των μελών του Εμπορικού Συλλόγου.
Ο κ. Γιάννης Τζαβλόπουλος, ιδιοκτήτης της εταιρείας συμβούλων UPGRADE, ο οποίος παρουσίασε την ανάλυση των αποτελεσμάτων της έρευνας είπε στα ΧΡΟΝΙΚΑ “Ένα από τα συμπεράσματα της έρευνας είναι ότι η μηνιαία κατανάλωση στη Δράμα σε σχέση με τον πανελλαδικό μέσο όρο δείχνει μια σφιχτή καταναλωτική συμπεριφορά. Επίσης ότι οι γυναίκες στην περιοχή μας καταναλώνουν περισσότερο. Ακόμη ότι υπάρχει μία προτίμηση στα τοπικά καταστήματα που βασίζεται στις προσωπικές σχέσεις με τους τοπικούς επιχειρηματίες αλλά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό επισκέπτεται τόσο τα τοπικά καταστήματα όσο και τα πολυκαταστήματα.
Από την έρευνα επίσης προκύπτει ότι αγορές εκτός Νομού πραγματοποιούνται με κύρια βάση την Θεσσαλονίκη κυρίως για ένδυση και κυρίως σε εμπορικά κέντρα θεωρώντας ότι εκεί θα βρουν μεγαλύτερη ποικιλία και καλύτερες τιμές.”
Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με την έρευνα, μεταξύ εμπορικών και τοπικών καταστημάτων, η πλειοψηφία συντάσσεται υπέρ των τοπικών καταστημάτων θεωρώντας ότι η ποιότητα των προϊόντων και το προσωπικό ενδιαφέρον προς τον πελάτη ως τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα τους. Οι διαπροσωπικές σχέσεις με τους καταστηματάρχες παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο.
Η πλειονότητα δηλώνει ότι πραγματοποιεί αγορές εκτός νομού ως συνδυασμό ψυχαγωγίας και ευκαιριακών αγορών.
Μόλις το 23,6% των καταναλωτών πραγματοποιεί τουλάχιστον μία ηλεκτρονική αγορά ανά μήνα, με τους άνδρες να είναι η πλειοψηφία. Το καταναλωτικό κοινό προτιμά την παραδοσιακή συναλλαγή με φυσική παρουσία στο κατάστημα.
Αυτό πάντως που αβίαστα προκύπτει τόσο από την συγκεκριμένη έρευνα όσο και από την γνώση της τοπικής αγοράς είναι η αναγκαιότητα δημιουργίας περαιτέρω καταναλωτικής εμπιστοσύνης στην ποιότητα και την εξυπηρέτηση των τοπικών καταστημάτων που αποτελεί και το συγκριτικό πλεονέκτημα των τοπικών επιχειρήσεων ανεξάρτητα από τις οικονομικές συνθήκες που επικρατούν όπως και η επένδυση στην δημοσιότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών τους.