Του Αχιλλέα Παπαδόπουλου, Ειδικού Καρδιολόγου
Τα τελευταία χρόνια οι έρευνες στη χώρα μας δείχνουν σταθερά δραματική αύξηση των επιπτώσεων των παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι δυσλιπιδαιμίες.
Οι δυσλιπιδαιμίες εκφράζουν γενικότερη διαταραχή των λιπιδίων και των λιποπρωτεΐνών στο αίμα. Διαταραχές, όπως η αυξημένη ολική και LDL (κακή) χοληστερόλη, η χαμηλή HDL (καλή) χοληστερόλη αποτελούν σημαντικό πρόβλημα υγείας, καθώς ευνοούν το σχηματισμό
αθηρωματικών πλακών και η αύξηση τους στο γενικό πληθυσμό σχετίζεται σημαντικά με υψηλό κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων. Συνεπώς, η εξεύρεση αποτελεσματικών στρατηγικών πρόληψης και αντιμετώπισης των διαταραχών του λιπιδαιμικού προφίλ έχει εξέχουσα σημασία για τη δημόσια υγεία.
Η συστηματική άσκηση έχει αποδεχτεί ότι αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο στην ευνοϊκή ρύθμιση του λιπιδαιμικού προφίλ, μέσω των θετικών αλλαγών που επιφέρει στη σύσταση του σώματος, τη βελτίωση της καρδιοαναπνευστικής ικανότητας και την αύξηση της δραστικότητας των οξειδωτικών ενζύμων.
Οι μεταβολές που παρατηρούνται συνήθως αφορούν κυρίως την αύξηση της HDL χοληστερόλης και, σε μικρότερο βαθμό, τη μείωση της ολικής χοληστερόλης της LDL χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων. Προσαρμογές έχουν αναφερθεί και στις απολιποπρωτεΐνες, με αύξηση των επιπέδων της Αpo-A και μείωση των επιπέδων της Αpo-B. Αντίθετα, η λιποπρωτεΐνη (a) ή Lp (a) δεν επηρεάζεται σημαντικά από την άσκηση, καθώς τα επίπεδα της καθορίζονται από γενετικούς παράγοντες.
Οι ευνοϊκές μεταβολές στις συγκεντρώσεις των λιπιδίων διαφαίνονται ήδη από την πρώτη κιόλας συνεδρία άσκησης. Έχει διαπιστωθεί ότι έως και 72 ώρες μετά τη λήξη της άσκησης τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων παραμένουν μειωμένα, ενώ τα επίπεδα της HDL χοληστερόλης διατηρούνται υψηλά έως και 24 ώρες μετά την άσκηση. Επίσης η άσκηση μειώνει τις συγκεντρώσεις των τριγλυκεριδίων στο αίμα μετά από ένα φαγητό. Βελτιώνει με άλλα λόγια τη λεγόμενη μεταγευματική λιπιδαίμια.
Οι θετικές προσαρμογές που προκαλεί η συστηματική άσκηση στα λιπίδια του αίματος φαίνεται ότι είναι ανεξάρτητες από την ένταση της άσκησης. Έτσι, γυναίκες που προπονήθηκαν 5 φορές την εβδομάδα για 24 εβδομάδες, διανύοντας απόσταση 4,8 χλμ κάθε φορά, πέτυχαν την ίδια αύξηση της HDL χοληστερόλης (4-6 %), είτε περπατούσαν με ταχύτητα 4,8 χλμ την ώρα, είτε με 6,4 χλμ την ώρα , είτε έτρεχαν με 8 χλμ την ώρα. Γενικά, η αύξηση των τιμών της HDL χοληστερόλης μπορεί να φτάσει μέχρι 10-15%, αντισταθμίζοντας έτσι την ενδεχόμενη μείωση της συγκεκριμένης λιποπρωτεΐνης (-10%)
που προκαλείται συνήθως από δίαιτες με χαμηλά λιπαρά.
Ο σωστός συνδυασμός άσκησης και διατροφής μπορεί να επιφέρει επίσης μείωση των επιπέδων της LDL χοληστερόλης της τάξης του 10%. Οι προσαρμογές αυτές έχουν ιδιαίτερη
κλινική σημασία, καθώς αύξηση της HDL κατά 1% μειώνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο κατά
3%, ενώ μείωση της ολικής χοληστερόλης κατά 23 mg/dL μπορεί να μειώσει την θνησιμότητα από στεφανιαία νόσο και κατά 27%.
Προκειμένου να επιτευχθούν οι επιθυμητές προσαρμογές προτείνεται ελάχιστο όριο ενεργειακής δαπάνης γύρω στις 1000 θερμίδες την εβδομάδα. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με αερόβιες δραστηριότητες μέτριας έντασης (γρήγορο περπάτημα, ποδήλατο, κολύμπι) για 3-5
φορές την εβδομάδα, 30 λεπτά κάθε φορά, τα οποία μπορεί και να μην είναι συνεχόμενα,
αλλά να επιτυγχάνονται αθροίζοντας διαδοχικά διαστήματα διάρκειας τουλάχιστον 10 λεπτών. Οι ασθενείς μπορούν να συμπληρώνουν το πρόγραμμα με ασκήσεις μυϊκής ενδυνάμωσης, με ελαφρά βάρη (40-50 % της μέγιστης δύναμης), πολλές επαναλήψεις και κυκλική μορφή γύμνασης.
Η άσκηση θα πρέπει να είναι συστηματική, καθώς τα ευεργετικά της αποτελέσματα χάνονται
σε ελάχιστο χρόνο μετά τη διακοπή της. Για να μπορέσουν συνεπώς οι ασθενείς με διαταραχές λιπιδίων να διατηρήσουν τα ευεργετικά οφέλη της άσκησης θα πρέπει να ασκούνται τακτικά και μόνιμα.