Στους σταθμούς του έργου περιλαμβάνονται και ιστορικά μνημεία της Δράμας
Στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Next Generation EU εντάχθηκε το έργο της Πολιτιστικής Εγνατίας Οδού στους σταθμούς της οποίας περιλαμβάνονται και ιστορικά μνημεία της Δράμας. Το έργο αφορά στον σχεδιασμό μιας πολιτιστικής διαδρομής – περιήγησης στη Βόρεια Ελλάδα, στο ταξίδι της αρχαίας Εγνατίας Οδού το οποίο διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο από τα χρόνια της αρχαιότητας μέχρι και τη νεότερη περίοδο.
Η υλοποίηση του έργου περιλαμβάνει την καταγραφή και επιστημονική τεκμηρίωση της συγκεκριμένης διαδρομής με χαρτογραφικά στοιχεία, οπτικό υλικό των πληροφοριών που υπάρχουν από την ιστορία αλλά και δημιουργία πληροφοριακού υλικού το οποίο θα αφορά στη διαδρομή και τα ιστορικά μνημεία που θα χρησιμοποιηθούν στη διαδραστική ψηφιακή πλατφόρμα η οποία θα γίνει προκειμένου να αναδειχθεί η συγκεκριμένη διαδρομή.
Σταθμοί της διαδρομής είναι ενδεικτικά:
-Θέσεις στην πορεία της αρχαίας Εγνατίας οδού: Τραϊανούπολη, Ζώνη, Φέρες, Μαξιμιανούπολη, Αναστασιούπολη, κάστρο Ξάνθειας, μνημεία Καβάλας, Φίλιπποι, μνημεία Δράμας, Αμφίπολη, μνημεία Σερρών, μνημεία πόλης Θεσσαλονίκης, Ρεντίνα, Απολλωνία, Πέλλα, μνημεία Έδεσσας, μνημεία Γιαννιτσών, ελληνιστική Φλώρινα, οχυρό Κάλε.
-Θέσεις πέριξ του άξονα της σύγχρονης Εγνατίας: Μνημεία Βέροιας, Αιγές (Βεργίνα), Μίεζα, Σιάτιστα, μεταβυζαντινά μνημεία Π.Ε. Κοζάνης, μνημεία Καστοριάς, γεφύρια Π.Ε. Γρεβενών, μνημεία Ιωαννίνων, Δωδώνη, Φωτική, Κάστρο Ηγουμενίτσας, ιστορικός χώρος Σουλίου.
Όπως έχουν γράψει τα «Χ» και σε προηγούμενο ρεπορτάζ δυο αντικείμενα εξαιρετικού ενδιαφέροντος από την Εγνατία Οδό των Ρωμαϊκών χρόνων αλλά και της Ελληνιστικής περιόδου μαρτυρούν, πέραν των άλλων, την αξία ανάδειξης της Εγνατίας Οδού με όλο το ιστορικό φορτίο που φέρει και τη σημασία της για την περιοχή στο πέρασμα της ιστορίας, και εκτίθενται μεταξύ άλλων ευρημάτων στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Δράμας.
Πρόκειται για δυο ευρήματα που είτε αναγράφουν πληροφορίες σκαλισμένες σε πέτρα και αναφέρουν τις χιλιομετρικές αποστάσεις κατά τη διαδρομή της Εγνατίας Οδού είτε έχουν σκαλισμένες πληροφορίες για τα πρόσωπα της εποχής τους. Πιο συγκεκριμένα πρόκειται για το γνωστό μιλιάριο το οποίο έχει βρεθεί στην περιοχή του Καλαμπακίου και για τον Σταδιοδείκτη που εκτίθεται στο ίδιο σημείο του Αρχαιολογικού Μουσείου Δράμας.
Τα μιλιάρια, όπως αυτό που εκτίθεται στο μουσείο της Δράμας, τοποθετούνταν κατά τη Ρωμαϊκή Εποχή ανά χίλια βήματα και αφηγούνταν στον κορμό τους ιστορίες για σημαντικούς ανθρώπους που πέρασαν από εκεί (αυτοκράτορες κλπ) ή για συντηρήσεις που είχαν γίνει στην Εγνατία Οδό.
Ο σταδιοδείκτης που βρέθηκε επίσης στην περιοχή του Καλαμπακίου προέρχεται από την Ελληνιστική Εποχή και έδειχνε στους πεζοπόρους ή σε αυτούς που κινούνταν με τροχήλατη άμαξα τις αποστάσεις από τους Φιλίππους προς την Αμφίπολη. Η ιστορική περίοδος από την οποία προέρχεται ο σταδιοδείκτης δείχνει ότι επί Βασιλιά Φιλίππου είχε γίνει ήδη αξιοποίηση των φυσικών περασμάτων πριν από τους Ρωμαίους και πριν την δημιουργία της Εγνατίας Οδού.
Η Εγνατία Οδός ήταν, όπως αναφέρει το Υπουργείο Πολιτισμού «Ένας από τους μεγαλύτερους στρατιωτικούς και εμπορικούς δρόμους του αρχαίου κόσμου. Ο άξονας που συνέδεε τη Ρώμη με τις κτίσεις της στην Ανατολή. Κατασκευάστηκε μεταξύ 146 και 120 π.Χ. από τον ανθύπατο της Μακεδονίας Γναίο Εγνάτιο, πάνω στα ίχνη του πανάρχαιου δρόμου που διέσχιζε τη Μακεδονία και τη Θράκη από τα ανατολικά προς τα δυτικά. Από την αρχαϊκή ακόμη εποχή (7ος – 6ος αι. π.Χ.) διάφοροι λόγοι (στρατιωτικοί, διοικητικοί, εμπορικοί) είχαν συμβάλλει στην ανάγκη κατασκευής ενός αρκετά πυκνού οδικού δικτύου, το οποίο αργότερα συμπληρώθηκε με έργα οδοποιίας των Μακεδόνων βασιλέων. Το οδικό αυτό δίκτυο αποτέλεσε τη βάση για τους περισσότερους ρωμαϊκούς, βυζαντινούς, οθωμανικούς, αλλά ακόμη και σύγχρονους δρόμους, καθώς το φυσικό ανάγλυφο του εδάφους ήταν και είναι πάντοτε καθοριστικό. Αυτός είναι ο λόγος που οι δρόμοι δεν αλλάζουν εύκολα πορεία. Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη (ΙΙ, 97, 1-2), ο κυριότερος και πιο πολυσύχναστος από τους αρχαίους δρόμους ήταν η “κάτω οδός” που ερχόταν από το Βυζάντιο και αφού διέσχιζε την Ανατολική Μακεδονία οδηγούσε στη Θέρμη. Από τη Θέρμη διακλαδιζόταν σε δύο αρτηρίες, από τις οποίες η μία οδηγούσε στη νότια Ελλάδα και η άλλη διασχίζοντας τη Μακεδονία και την Ιλλυρία και ακολουθώντας την κατεύθυνση της κατοπινής Εγνατίας έφθανε στο Δυρράχιο, εξασφαλίζοντας την επικοινωνία ανάμεσα στα παράλια της Αδριατικής και της Μαύρης θάλασσας. Το δρόμο αυτόν ακολούθησαν τα στρατεύματα του Δαρείου και του Ξέρξη στις εκστρατείες των Περσών κατά της Ελλάδας, στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. Τον ίδιο δρόμο ακολούθησε και ο Μέγας Αλέξανδρος στην εκστρατεία του από την Ευρώπη προς την Ασία. Η Εγνατία ταυτίστηκε σε μεγάλο βαθμό με το δρόμο αυτό».