Της Νόρας Κωνσταντινίδου
«Χαράς ευαγγέλια! Ελευθερίαν και Ελευθέρια εορτάζομεν. […] Αναπνέομεν! Ζώμεν! Κινούμεθα! Ο ελληνικός στρατός νικητής και τροπαιούχος εισήλθεν εις την Δράμαν. Χαρά! Αγαλλίασις, άσματα! Ελευθερία!»
Αγαθάγγελος, Μητροπολίτης Δράμας
Την 1η Ιουλίου 1913
[Η της εκτεταμένης γραμμής των ελληνικών συνόρων του βορρά, οι άγρυπνοι φρουροί της (οι κάτοικοι της Δράμας) συνεορτάζουν με τους Έλληνες «Ελευθερίαν και Ελευθέρια εορτάζομεν».]
Το ιστορικό γεγονός της συμπλήρωσης των 200 χρόνων από την εθνική παλιγγενεσία των Ελλήνων τιμήθηκε στο φετινό επετειακό έτος (2021) από πολλές πλευρές. Οι είκοσι πέντε μέρες στη συνέχεια, που πέρασαν από την έναρξη των τιμητικών εκδηλώσεων ως σήμερα, εξάντλησαν και τους τελευταίους σχολιασμούς. Αυτό σημαίνει πως δεν θα μπορούσαν να μας επιβαρύνουν οι παραπέρα ενασχολήσεις μας γύρω από αυτό το θέμα. Μόνο που το χρονικό εύρος των 73.000 ημερών δεν εγκαταλείπεται εύκολα και δεν εξαντλείται άκοπα. Εξάλλου, η «διάχυση της ολοκληρωμένης ιστορικής γνώσης στο κοινό» ως και της τελευταίας επαληθευμένης ρίζας της γίνεται ενθαρρυντικό ενέσιμο για την κάθε τωρινή ή παραπέρα έρευνα, σύμμαχο της απρόσκοπτης πορείας προς τις μελλοντικές ημέρες. Συμπληρωματική και απαραίτητη γίνεται, επομένως, η εναρκτήρια σηματοδότηση που δόθηκε από την επιτροπή που ειδικώς συστάθηκε με την ονομασία: «Ελλάδα 2021» (Greece 2021). Αποβλέπει, ωστόσο, όπως με γραπτό λόγο διατυπώθηκε: «Το 2021 ως παράθυρο για την Ελλάδα του μέλλοντος», για την οποία παντοτινά θα ισχύει το «Χαράς ευαγγέλια! Ελευθερίαν και Ελευθέρια εορτάζομεν».
Σύμφωνα με τα παραπάνω, η εφετινή επέτειος των 200 χρόνων απλώνεται σε κάθε γωνιά της ελληνικής επικράτειας κι όχι μόνο. Επιζητεί την καταφυγή στον ιστορικό χώρο της Πελοποννήσου. Αποτελεί ουσιαστική αναφορά στην πράξη η Πελοπόννησος, καθώς ο Μοριάς θα μπορούσε αυτοδίκαια να διεκδικήσει την εναρκτήρια μέρα της Επανάστασης για λογαριασμό της. Η Αγία Λαύρα, το Μέγα Σπήλαιο, η Δημητσάνα, τα Δερβενάκια, η Τρίπολη, τα Καλάβρυτα η Καλαμάτα ή, όπως τις συμπυκνώνει επώνυμος ιστορικός σε δύο πόλεις: Την Πάτρα και την Καλαμάτα. Διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο και οι δύο πελοποννησιακές πόλεις στην εθνεγερσία του 1821. Εύλογα και έντιμα αποδίδεται το πολυπόθητο αποτέλεσμα στα μέλη με τη σκληρή προετοιμασία για το «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος», σύμφωνα με τις διδαχές των αρμοδίων της Φιλικής Εταιρείας.
Αλλά ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Γέρος του Μοριά, όπως τον λέγανε και τον λέμε, ως ο αξεπέραστος των επιφανών ανδρών της εποχής του, νουνεχής, της ενδόξου κι ευάνδρου Πελοποννήσου υπερασπιστής, ειδικότερα προσεκτικός στην κρίση πρόλαβε στην ώρα του να καταθέσει τον ξάστερο, αδιαμφισβήτητο λόγο του, τον συνταιριαστό με την ολότητα του ελληνικού λαού: «Ως μια βροχή, έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και οι κληρικοί, και οι προεστοί, και οι καπεταναίοι, και οι πεπαιδευμένοι, και οι έμποροι, μικροί μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό, και εκάμαμε την Επανάσταση». Όλοι μαζί, με τις ομοιότητες στη σκέψη μας ή τις διαφορές μας στις πράξεις μας, επιβεβαιώσαμε το τελικώς προσδόκιμο: Το «νυν υπέρ πάντων ο αγών». Αυτό αποτέλεσε το καθολικό αίτημα των φιλικών με εξαντλητική τη χρήση.
Το «καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή» έγινε φράση ροής με αίμα και κοκκίνισε τις εκβολές του Δούναβη, ώσπου μεταποιήθηκε με τα χρόνια σε θρύλο που γυροφέρνει στα κάστρα για να γίνει αντίλαλος των λόγων του Ρήγα Φεραίου που διαλαλεί δύο ξεχωριστά τοπωνύμια: Το Σούλι στον βορρά και τη Μάνη στον νότο. Τα δαντελωτά ακρογιάλια της επιδίδονται σε καλοσυνάτα καλωσορίσματα προς τους ναυτίλους. Καλωσορίζουν τους ναυτιλόμενους που πάνω στα πλεούμενα εισέρχονται στα νερά της αιγιαλίτιδας ζώνης. Στα χερσαία μέρη και κυρίως στα υπερυψούμενα των λόφων και των βουνών, οι κάτοικοι στις καστροπολιτείες χαιρετούν και χαιρετιούνται. Από το οικοδομήσιμο ύψος τους αγναντεύουν τα πελάγη, ενώ κάποιες από τις πυργοκατοικίες τεντώνουν τον μακρύ λαιμό τους για να διακρίνουν τα εμπορικά πλοία από τα πειρατικά: ο φόβος και ο τρόμος στα αλλοτινά χρόνια και στα τελευταία.
Μοιραία θεωρείται η παρουσία των πύργων των Μαυρομιχαλαίων στην Τσίμοβα, όπως λέγονταν η Αρεόπολη μέχρι το 1836. Το νέο της όνομα, Αρεόπολη, το έχει δώσει στο ξεχωριστό επίνειο του θεόρατου Ταΰγετου ο βασιλιάς Όθων. Τύχη αγαθή ή ευλογημένη αποπνοή των εκκλησιών των Ταξιαρχών, του Άι Γιάννη του Προδρόμου, της Παναγίας Γεωργιάνικης, του Αγίου Νικολάου, ή και οι εικόνες του εκκλησιαστικού μουσείου στο λιμάνι του Μεσσηνιακού Κόλπου έφεραν, μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους, τον βασιλιά Όθωνα στην πρωτοστατούσα περιοχή. Εκτιμώντας τη συμβολή των Μαυρομιχαλαίων στον αγώνα του 1821 φάνηκε γεναιόδωρος σε πολλά. Η επιλογή της ονομασίας Αρεόπολη (πόλη του Άρεως – θεού του πολέμου) «έγινε τιμής ένεκεν». Διότι στις 17 Μαρτίου του 1821 κηρύχθηκε από την Τσίμοβα ή, καλύτερα, από την ομώνυμη σήμερα πλατεία της Επανάστασης της ιστορικής Αρεόπολης η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ.
Επρόκειτο για προκαταρκτικό άγγελμα θανάτου προς τον Μαχμούτ πασά Δράμαλη στη Δράμα: Να μην πατήσει ο ίδιος και το ασκέρι του στη Δερβενάκια. Τον αναμένει επιτέλους ο θάνατος το 1822. Η μικρή Ρόζα Μπότσαρη, κόρη του Μάρκου Μπότσαρη, που ζει στο κονάκι του στη Δράμα, πιστεύει πως δεν θα ξαναγυρίσει πίσω ζωντανός.