Του Δημήτρη Ι. Σφακιανάκη
Το 1890 Πατριάρχης στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ήταν ο Διονύσιος Ε΄, σημαντική αρχιερατική φυσιογνωμία, με πυγμή και διπλωματικές ικανότητες. Ο σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ Β’, ασκώντας πολιτική εκσυγχρονισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επιχείρησε να θέσει υπό τον έλεγχό του προνόμια του Πατριαρχείου1. Με συγκεκριμένες διατάξεις και παρεμβάσεις υποβάθμιζε ή ακύρωνε την αποκλειστική αρμοδιότητα του Πατριαρχείου σε υποθέσεις των χριστιανών υπηκόων, όπως αυτές που αφορούσαν τη δικαστική εξουσία του Πατριαρχείου ή υποθέσεις οικογενειακού δικαίου, διαθήκες, γάμους, διαζύγια καθώς και την αποκλειστική δικαιοδοσία του στα ζητήματα εκπαίδευσης των ορθόδοξων υπηκόων. Σκοπός της Υψηλής Πύλης ήταν να εντάξει στους δικούς της μηχανισμούς εξουσίας «αρχαία προνόμια» του Πατριαρχείου. Έτσι προέκυψε με οξύτητα το «προνομιακόν ζήτημα» το οποίο διήλθε από διάφορες φάσεις, με δραματικότερη εκείνην του 1890.
Ο Πατριάρχης αντέδρασε στην αποψίλωση των αρμοδιοτήτων του με υπομνήματα τα οποία απέρριψε η Υψηλή Πύλη, με αποτέλεσμα να υποβάλει την παραίτησή του δύο φορές, Ιούλιο και Αύγουστο του 1890. Η παραίτηση δεν έγινε αποδεκτή. Οι συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις ουδέν απέδωσαν. To Πατριαρχείο κήρυξε την ορθόδοξη Εκκλησία «εν διωγμώ» και δόθηκε εντολή σε όλες τις κοινότητες των ορθοδόξων να κλείσουν οι εκκλησίες. Από τις 3 Οκτωβρίου σταμάτησαν όλες οι ιεροπραξίες. Ήταν μια ακραία επιλογή του Πατριαρχείου, το οποίο υπολόγιζε ότι οι αντιδράσεις που θα εκδηλώνονταν από τους πιστούς και από τις πρεσβείες των Μεγάλων δυνάμεων θα λειτουργούσαν ως μοχλός πίεσης προς την Υψηλή Πύλη.
Εκδηλώθηκαν πράγματι πάνδημες αντιδράσεις σ’ όλες τις ορθόδοξες χριστιανικές κοινότητες ελληνοφώνων, σλαβοφώνων, βλαχοφώνων, τουρκοφώνων, αρβανιτοφώνων. Όπως έγραφε ο Υπουργός Εμμανουηλίδης,2 η φωνή της εκκλησίας συνεκίνησεν ολόκληρον το ορθόδοξον πλήρωμα. Παρά τας τρομοκρατικάς μεθόδους της τότε εξουσίας συνεκροτήθησαν ογκώδεις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας ορθοδόξων, ιδίως εις τα Ιωάννινα και την Σμύρνην. Το πρόβλημα έπληττε άμεσα τους ορθόδοξους υπηκόους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά εύλογα συγκινούσε και τους υπηκόους του ελληνικού Βασιλείου. Το έθνος έχει εστραμμένην σήμερον ολόκληρον την προσοχήν αυτού προς την Ανατολήν όπου κυοφορείται κίνδυνος φυλετικών και θρησκευτικών συνταράξεων, απειλών την ειρήνην και την εσωτερικήν αυτού ησυχίαν3.
Επί πέντε μήνες δεν γίνονταν βαπτίσεις, γάμοι, ακόμα και στις κηδείες δεν ακολουθούνταν η καθιερωμένη τελετουργία, πράγμα που όξυνε τον αναβρασμό μεταξύ των εκατομμυρίων χριστιανών υπηκόων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας4. Η Υψηλή Πύλη αισθανόταν βαριά την πίεση όχι μόνο από τους χριστιανούς υπηκόους της αλλά και από τις πρεσβείες των Μεγάλων Δυνάμεων και προπάντων της ορθόδοξης Ρωσίας.
Και έφθασε η παραμονή των Χριστουγέννων. Όπως έγραφε ο Ηπειρώτης Κώστας Κρυστάλλης5, Έχει περάσει από δυο ώρες το δειλινό και σήμαντρο κανένα δεν εδιαλάλησε την αγιότη της αυριανής μέρας, κ’ οι παπάδες δεν έψαλαν τον εσπερινό σήμερα. Οι εκκλησιές είναι κλειστές. Βουβά τα σήμαντρα, βουβοί κ’ οι παπάδες. Ανήμερα των Χριστουγέννων, το πρωί, η εφημερίδα των Αθηνών ΑΣΤΥ έγραφε: “Ουδέποτε αφότου ίσως υπάρχει ορθοδοξία ησθάνθησαν οι πιστοί τραύμα αλγεινότερον εκ μέρους δυσσεβών δυναστών, ουδέποτε ησθάνθησαν περισσότερον το άχθος της δουλείας αφ’ όσον κατά την αγίαν ταύτην ημέραν6. Όπως σημειώνει ο Εμμανουηλίδης, Τα δραματικώτερα Χριστούγεννα δια το εν Τουρκία γένος ήσαν καθ’ όσον ενθυμούμαι τα Χριστούγεννα του έτους 1890. […]. Το Γένος επλήσσετο εις τα ιερώτερα των αισθημάτων του.
Οι εντατικές διαπραγματεύσεις του Πατριαρχείου με την Yψηλή Πύλη απέδωσαν καρπούς. Ο αναβρασμός στις ορθόδοξες χριστιανικές κοινότητες και οι πιέσεις των πρεσβειών των Μεγάλων Δυνάμεων έφεραν ανέλπιστα θετικό αποτέλεσμα. Ο Σουλτάνος επέμενε μέχρι της εσπέρας της παραμονής των Χριστουγέννων, άμαδ’ επείσθη ότι το Πατριαρχείον θα εμμένη στερρώς εις την αρχικήν του απόφασιν, υπεχώρησεν7. Η Υψηλή Πύλη προ του ενδεχόμενου να επεκταθούν οι διαδηλώσεις ενόψει της γιορτής των Χριστουγέννων υποχώρησε, αποδεχόμενη εντέλει την διατήρηση των προνομιακών εξουσιών του Πατριαρχείου. Και ενώ η μέρα των Χριστουγέννων προοιωνιζόταν δραματική, αποστέλλεται έκτακτο τηλεγράφημα στους κατά τόπους Μητροπολίτες. «Λυθέντος αισίως του ζητήματος, υμνήσατε Θεόν εν εκκλησίαις». Τη μεταστροφή αποτυπώνει στην αφήγησή του ο Εμμανουηλίδης: «Αίφνης ηκούσθησαν οι χαρμόσυνοι κώδωνες των εκκλησιών και εξεχύθησαν εις τους δρόμους της Κωνσταντινουπόλεως οι πωληταί με τα παραρτήματα των εφημερίδων». Και ο Κρυστάλλης αφηγείται παραστατικά: Όλ’ έτρεχαν κατά τη Μητρόπολη. Τους πρώτους που απαντούμε τους ρωτάμε τι γίνεται. Πήραμαν τα προνόμια! Πήραμαν τα προνόμια! Πήραμαν τα προνόμια!
Αξιοσημείωτη ήταν η θέση της ελληνικής κυβέρνησης σ’ αυτό το θέμα το οποίο συντάραξε τους χριστιανούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά και τον απανταχού ελληνισμό. Ο αθηναϊκός τύπος της εποχής την επισημαίνει με αρνητικά σχόλια. Η εφημερίδα ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ στηλιτεύει την κυβέρνηση Δηλιγιάννη ότι επέδειξε πλήρη εθνικήν απραξίαν. Και λόγω και έργω η παρούσα κυβέρνησις της Ελλάδος τοσαύτην επεδείξατο τρυφερότητα (sic) προς την Τουρκίαν και τοσαύτην διεδήλωσεπροθυμίαν, όπως φανή ευάρεστος εις πάσαν αυτής επιθυμίαν8…
(Αναρτάται και στην ιστοσελίδα Πύλη της Δράμας pylidramas.gr)
1 Τα προνόμια που παραχώρησε στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ο πορθητής της Βασιλεύουσας Μωάμεθ ο Β΄, ήταν μια πολιτική επιλογή αμοιβαία επωφελής που απάλλασσε την ηγετική οθωμανική τάξη από την αδυναμία να δημιουργήσει δικούς της μηχανισμούς και θεσμούς διοίκησης των υποτελών ορθοδόξων και των άλλων θρησκευτικών κοινοτήτων.
2 Ο Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης (1867-1943), υπήρξε δημογέροντας Σμύρνης και εκλεγμένος βουλευτής κατ΄επανάληψη στην οθωμανική Βουλή. Πρόσφυγας στην Ελλάδα μετά το 1922, χρημάτισε από το 1928 υπουργός στην Κυβέρνηση Βενιζέλου. Ζώντας στη μικρά Ασία την εποχή εκείνη, καταγράφει το βίωμα αυτών των κρίσιμων ημερών (ΘΑΡΡΟΣ, 12.1934).
3 Εφημ. ΚΑΙΡΟΙ 25.12.1890.
4 Στατιστική του 1919 κατέγραφε, μόνο στη Μ. Ασία, 1.777.146 ελληνορθόδοξους Έλληνες. (Βλ. Το 1922 και οι πρόσφυγες, μια νέα ματιά. Επιμ. Αντώνης Λιάκος, εκδ. Νεφέλη, σελ. 32).
5 «Προπέρσινα Χριστούγεννα». Το αφήγημα είναι προσβάσιμο στην «Πύλη για την ελληνική γλώσσα»: https://www.greeklanguage.gr/digitalResources/literature/education/urban/item.html?iid=887. Ο τόπος αναφοράς είναι τα Ιωάννινα τα οποία, όπως και όλη η Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη, ανήκαν το 1890στην επικράτεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
6 ΑΣΤΥ, 25.12.1890.
7 ΕΘΝΙΚΗ 27.12.1890.
8 ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ, 24.12.1890
[…] source […]