Την Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2023 παρακολούθησα στο Μουσικό Σχολείο Δράμας τη Μουσική Παράσταση «Τραγουδώντας με τον Αρίωνα». Ο Σύλλογος Δραμινών Φίλων της Μουσικής «Ο Αρίων» αποτελείται από μουσικούς, τραγουδιστές και πολλά μέλη. Διοικείται από ένα δραστήριο συμβούλιο με πρόεδρο τον Πόλυ Κοτζαμπάση και χρησιμοποιεί μια αίθουσα του Καπνολογικού Ινστιτούτου για τις πρόβες και τις συναντήσεις των μελών. Μεταξύ των δράσεων και παρεμβάσεών του σημαντικές είναι οι μουσικές παραστάσεις που δίνει τα τελευταία χρόνια στη Δράμα. Όσοι παίρνουν μέρος δεν είναι επαγγελματίες, με την έννοια ότι δεν πληρώνονται ούτε οι εμφανίσεις τους σκοπεύουν στο χρηματικό κέρδος. Συμμετέχουν γιατί διασκεδάζουν οι ίδιοι και χαίρονται να τους ακούν οι φίλοι τους, οι γνωστοί τους αλλά και, γενικώς, οι φιλόμουσοι Δραμινοί.
Ψυχή του συλλόγου είναι ο Σάκης Τσότογλου, που επιλέγει και διδάσκει τα τραγούδια και επιμελείται μουσικά τις παραστάσεις. Με τον σύλλογο έχουν συνεργαστεί και συνεργάζονται διάφοροι μουσικοί και τραγουδιστές. Υποθέτω ότι η σύνθεση δεν είναι πάντα η ίδια και ότι την καθορίζουν οι ανάγκες των παραστάσεων αλλά και η δυνατότητα των προσώπων (χρόνος, εργασία κ.α.) να συμμετέχουν σε αυτές.
Στη μουσική παράσταση της 26ης Νοεμβρίου 2023 (η παράσταση είχε παρουσιαστεί και στις ημερομηνίες 18, 19 και 25 του ίδιου μήνα) συμμετείχαν οι Κώστας Ελευθεριάδης (πιάνο), ο Ανέστης Κοντρόπουλος (μπουζούκι), ο Στράτος Αραμπατζής (Σαξόφωνο), ο Χρήστος Βαμβακάς (ντραμς) και οι τραγουδιστές (με τη σειρά που αναφέρονταν στο έντυπο πρόγραμμα) Αντώνης Μπουμπουτίνης, Δρόσος Δρόσος, Γιώτης Βασίλας, Μαρία Θεοδωράκη, Δέσποινα Αθανασοπούλου, Ρένα Μουτσάκη και Έφη Χατζησαμουηλίδου. Στις παραστάσεις των προηγούμενων ημερών συμμετείχε στην ορχήστρα και η Αυγή Χαραλαμπίδου (τσέλο), αλλά για λόγους ανωτέρας βίας επέστρεψε στην Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται. Την καλλιτεχνική επιμέλεια του προγράμματος έκανε ο Σάκης Τσότογλου, ο οποίος έπαιξε κιθάρα και τραγούδησε κάποια από τα τραγούδια.
Το πρόγραμμα ήταν αφιερωμένο στον μεγάλο Έλληνα συνθέτη Μάνο Χατζηδάκι. Περιλάμβανε 29 τραγούδια του και ένα ποτ-πουρί τραγουδιών του, με το οποίο έκλεισε η παράσταση. Στην αρχή της συναυλίας και ενδιάμεσα στα τραγούδια η Δέσποινα Χατζηνάκου διάβασε με συναίσθημα και πολύ καλή άρθρωση κάποια κείμενα που μιλούσαν για τη συγκίνηση που προσφέρει η μουσική, για τη χαρά της αγάπης και του έρωτα. Τα κείμενα αποτέλεσαν όμορφα διαλείμματα και ένωναν με ωραίο τρόπο τις μουσικές ενότητες μεταξύ τους. Θα περίμενα, βέβαια, να αναφέρονταν οι πηγές απ’ τις οποίες πάρθηκαν, χωρίς όμως αυτό να μειώνει την αξία της επιλογής τους.
Η μουσική εκτέλεση των τραγουδιών ήταν εξαιρετική. Φυσικά, δεν ήταν αντιγραφή της πρωτότυπης των τραγουδιών (εξάλλου από άλλα μουσικά όργανα παίχτηκαν στις αρχικές ηχογραφήσεις και άλλα τα απέδωσαν στην παράσταση) αλλά ήταν άρτια διασκευασμένη στις δυνατότητες ενός μουσικού σχήματος που αποτελείται από πέντε καλούς μουσικούς. Σε κανένα τραγούδι και σε κανένα σημείο της παράστασης οι μουσικοί δεν υστέρησαν, ούτε καν σε κάποια πολύ δύσκολα σόλα, τα οποία εκτελέστηκαν αξιοπρεπέστατα. Με άλλα λόγια ήταν ένα σχήμα που λειτούργησε άψογα και βοήθησε την αρτιότητα της παράστασης.
Οι τραγουδιστές τραγούδησαν σωστά με πιο σημαντικό στοιχείο τους το συναίσθημα και το πάθος τους. Αυτό έδειξε πόσο σοβαρά αντιμετώπισαν τα τραγούδια, πόσο καλά τα πρόβαραν και πόσο, εντέλει, τους ενθουσιάζει η συμμετοχή τους. Οι ερμηνείες τους ήταν σεμνές και αξιοπρεπέστατες, και οι τόνοι στους οποίους τραγούδησαν ήταν οι σωστοί, ούτε άπιαστα ύψη ούτε βάθη που δεν βγαίνουν. Σε κάνα δυο περιπτώσεις που είχαμε πολύ χαμηλές νότες ο μαέστρος φρόντισε να μην αφήσει τον τραγουδιστή να εκτεθεί, αλλά τον ντουμπλάρισε με μια ακόμα φωνή ή και με περισσότερες φωνές.
Σε κάποια από τα τραγούδια προστέθηκαν διφωνίες, που δεν υπήρχαν στις αρχικές εκτελέσεις, και προφανώς «τις επέβαλε» ο αριθμός των τραγουδιστών. Επειδή έτυχε να δω αρκετές ζωντανές παραστάσεις του Μάνου Χατζηδάκι, στον Ζυγό και σε αίθουσες θεάτρων, μπορώ να πω ότι τις απέφευγε «μετά μανίας» στα τραγούδια του. Στην παράσταση, πάντως, του Αρίωνα κάποιες ακούστηκαν πολύ καλά ενώ σε μια δυο οι δεύτερες φωνές υπερίσχυσαν των πρώτων, κάτι που βέβαια μπορεί να οφείλεται σε αδυναμία ρύθμισης από την πλευρά της ηχοληψίας. Πάντως το Κραταιά ως θάνατος η αγάπη (Νταντωνάκη, Ψαριανός), στο οποίο υπάρχουν διφωνίες και στο πρωτότυπο, η «μικρή χορωδία» των τραγουδιστών το απέδωσε υπέροχα.
Κατά την διάρκεια της εκτέλεσης των τραγουδιών, στην οθόνη πίσω από τη σκηνή εμφανίζονταν κατατοπιστικότατες πληροφορίες, πώς γράφτηκαν τα τραγούδια, ποιοι ήταν οι στιχουργοί, από ποιους και ποιες τραγουδήθηκαν, σε ποιες ταινίες χρησιμοποιήθηκαν κ.α. Ήταν μια πολύ δύσκολη δουλειά και σε αυτόν που την έκανε αξίζουν συγχαρητήρια.
Τελευταία άφησα να μιλήσω για δύο πράγματα που εντυπωσίασαν εμένα, και πιθανότατα και κάποιους άλλους. Η επιλογή των τραγουδιών ήταν εξαιρετική. Ακούγοντας κάποια από αυτά συγκινήθηκα πραγματικά. Ήταν εκείνα που ακούγαμε στο ραδιόφωνο στη δεκαετία του 1960 και μεγαλώσαμε με αυτά. Η πολύ καλή απόδοσή τους από τους μουσικούς και τους τραγουδιστές στην παράσταση του Αρίωνα με βοήθησε να νοσταλγήσω, να δακρύσω, να χαρώ. Ήταν ένα πρόγραμμα που μου θύμισε τα εφηβικά μου χρόνια, τότε που κι εμείς, με την παρέα μου και «με μια κουτσή κιθάρα», προσπαθούσαμε να πούμε τα ίδια τραγούδια.
Το δεύτερο έχει να κάνει με την ανιδιοτελή προσφορά του Αρίωνα στη Δράμα. Σε μια πόλη όπου η διασκέδαση γενικώς πάσχει και τα άσκημα γούστα επιβάλλονται ευρέως, σε μια νεολαία που –πανελληνίως– δεν τραγουδά πια και δεν ερωτεύεται (και πώς να γίνει αυτό με τα μάτια κολλημένα στην οθόνη ενός κινητού τηλεφώνου;) η εκδήλωση του Αρίωνα ήταν μια γλυκιά όαση αγάπης. Και λέω «μια όαση αγάπης», γιατί και τα τραγούδια και η παράσταση για αγάπη μας μίλησαν. Για αγάπη και για αισθήματα που τόσο λείπουν από την εποχή μας.