ΜΕΡΟΣ Β’
Γεωργία Μπακάλη
Της μόδας ήταν τότε τα ονομαζόμενα χοροδιδασκαλεία: «Ριρίκα», «Κέντρον», «Κρυστάλ». Λειτουργούσαν ως κοσμικά κέντρα διασκέδασης και ως σχολές χορού. Τίποτε το ανησυχητικό ως προς αυτό. Η εγγραφή μαθητριών στα χοροδιδασκαλεία χρειαζόταν την έγγραφη συναίνεση των γονέων ή των κηδεμόνων τους, ενώ κάτω των 18 ετών δεν επιτρεπόταν να πηγαίνουν, αν δε συνοδεύονταν από τους γονείς ή τους κηδεμόνες τους. Όμως αυτή η πρόβλεψη παραβιαζόταν. Τι ήταν τελικά αυτές οι «σχολές χορού» που δεν είχαν άδεια και τι μαθήματα παρέδιδαν; Χοροδιδασκαλεία διαφθορεία. Χώροι σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Ένα κορίτσι που έχανε την παρθενιά του ‒την τιμή του, σύμφωνα με τα ήθη της εποχής‒ πιο εύκολα οδηγούνταν στην πορνεία παρά στον γάμο.

Στο χοροδιδασκαλείο της οδού Σίνα στη Δράμα, γνωστό ως «Κέντρον των αγνών…», μαζί με τα πρώτα βήματα του χορού γίνονταν και τα πρώτα βήματα προς τη διαφθορά. Όταν, έπειτα από πληροφορίες ότι μαζεύονταν εκεί πολλά κορίτσια, έκανε έφοδο η Αστυνομία, συνέλαβε, εκτός από ορφανές κοπέλες που εργάζονταν στο χοροδιδασκαλείο, και πολλά ανήλικα κοριτσόπουλα. Ο ιδιοκτήτης του, καπνεργάτης το επάγγελμα ‒διότι όποιος ήθελε άνοιγε ελεύθερα «μία σχολή χορού» με ή χωρίς άδεια‒, καταδικάστηκε σε διήμερη κράτηση και τα κορίτσια παραδόθηκαν στους ανύποπτους γονείς που αγνοούσαν ότι οι κόρες τους σύχναζαν εκεί.8
Οι απαγωγές κοριτσιών στην ύπαιθρο ένα ατέλειωτο γαϊτανάκι. Οι νεαροί χωρικοί αποδεικνύονταν πιο ρομαντικοί από τους κατοίκους του άστεως και πιο τολμηροί, όταν καλούνταν να αντιμετωπίσουν την πατροπαράδοτη συντηρητικότητα του πατέρα της κόρης που δεν εννοούσε να την παντρέψει με τον εκλεκτό της καρδιάς της, αν δεν ήταν της αρεσκείας του. Είχε παρατηρηθεί ότι στη Δράμα των 50-60 χιλ. κατοίκων δε γινόταν ούτε μια απαγωγή τον χρόνο, σε αντίθεση με τα χωριά όπου γίνονταν 2-3 τον μήνα. Ο χρονικογράφος Νίκος Ακρίτας παρατηρούσε ότι, μόλις οι χωρικοί πουλούσαν το σιτάρι και εξασφάλιζαν τον άρτο τον επιούσιο, έσπευδαν να ζήσουν τον έρωτά τους.9 Στο χωριό ο αγρότης τα βόλευε με τη σοδειά της χρονιάς, ενώ ο βιοπαλαιστής που φυτοζωούσε στην πόλη θα έπρεπε πρώτα να βολέψει την πείνα του. Οι ερωτοχτυπημένοι, για να ξεπεράσουν τις όποιες γονεϊκές αρνήσεις, σχεδίαζαν εκούσιες απαγωγές, «αλληλοαπαγωγές», δημιουργώντας τετελεσμένα.
Πού «μύριζαν τον κρίνο», σύμφωνα με το γλωσσικό κλισέ της εποχής, οι δεσποσύνες μετά την απαγωγή; Νεαροί ιππότες, κάποιοι μόλις 17 χρόνων, οργάνωναν απαγωγές 16χρονων κοριτσιών, με ή χωρίς τη βοήθεια φίλων, και κατέφευγαν στο πλησιέστερο «παρθένο» δάσος για να τρυπώσουν σε κάποιο κρησφύγετο. Ερωτευμένα ζευγαράκια που σχεδίαζαν να αλληλοαπαχθούν έδιναν ραντεβού στο αεροδρόμιο προτού ξεκινήσει η λειτουργία του το 1934.10

Άγνωστο γιατί τα ραντεβού δίνονταν στο αεροδρόμιο, αφού δεν μπορούσαν να πετάξουν στη ρομαντική Βενετία, στο Παρίσι ή κάπου αλλού, και κατευθύνονταν το πολύ μέχρι τα Κοκκινόγεια ή το Καλαμπάκι, όπου συλλαμβάνονταν από χωροφύλακες και οδηγούνταν εν πομπή και παρατάξει στα αστυνομικά τμήματα. Άλλες αλληλοαπαγωγές κατέληγαν σε κάποιο ξενοδοχείο της Δράμας, ίσως για περισσότερη άνεση. Αλλά και εκεί οι αλληλοαπαχθέντες συλλαμβάνονταν και ο γάμος τελούνταν στην Αστυνομία. Κάποιοι δεν σκόπευαν να φτάσουν στον γάμο. Αρκούσε ο αρραβώνας. Ασφαλής μέθοδος αποπλάνησης. Στρατιώτες και χωροφύλακες που υπηρετούσαν στην πόλη και σε χωριά αρραβωνιάζονταν προσφυγοπούλες. Έτσι, ‒γονική αδεία‒ είχαν ελεύθερη πρόσβαση στον απαγορευμένο καρπό. Αρκούσε μια υπόσχεση γάμου που κάθε κοπέλα επιζητούσε. Στρατιώτες γεύονταν τον καρπό μετά τον αρραβώνα τους αλλά μετά την απόλυσή τους έμεινε στην κόρη το σκώμμα συγχωριανών και γειτόνων. Προσφυγοπούλες ήταν προπάντων οι κεντρικές ηρωίδες των ατέλειωτων love stories της εποχής. Έκλεβαν τις καρδιές γόνων γηγενών κόντρα στις όποιες προκαταλήψεις.11

Ο έρωτας κλόνιζε στερεότυπα.
Ο αγοραίος έρωτας και το παράνομο σεξ αποκρυπτογραφούν μια πραγματικότητα που η περιγραφή της ίσως σοκάρει ως ακραία υπερδιογκωμένη. Η εφιαλτική ωστόσο έκταση των αφροδισίων πείθει ότι η ερωτική ελευθεριότητα ήταν εκτός ελέγχου. Στη Δράμα η σύφιλη σάρωνε. Οι άπειρες διαφημίσεις αφροδισιολόγων για τις νέες θεραπείες τους, της σύφιλης κυρίως, μας δείχνουν έμμεσα την έκταση του προβλήματος και τις επιπτώσεις στη δημόσια υγεία. Αυτά ίσως φαίνονται σήμερα υπερβολικά αλλά τα στατιστικά ήταν αμείλικτα. Κατά μία εκδοχή, το 50% των κατοίκων του νομού έπασχε από αφροδίσια! Το 80% των νέων νοσούσε.12 Το ζήτημα των αφροδίσιων νοσημάτων ταυτιζόταν με το ζήτημα των κοινών γυναικών και κάθε προσπάθεια για την αντιμετώπισή του στρεφόταν στη διευθέτηση του εταιρισμού και της υγειονομικής παρακολούθησης των εκδιδόμενων γυναικών από το Τμήμα Ηθών, το οποίο αντιλαμβανόταν το ζήτημα αυτό μάλλον ως «καταδιωκτικόν» παρά ως «υγειονομικόν».13 Ως εκ τούτου η εξάπλωση των αφροδίσιων ήταν ακώλυτη. Οι ελευθεριάζουσες γυναίκες (κάποιες εμπορεύονταν και χασίς, μια και κυκλοφορούσαν στην πόλη μερακλήδες χασισοπότες),14 όταν συλλαμβάνονταν από το Ηθών, υποβάλλονταν σε ιατρικό έλεγχο και οι περισσότερες βρίσκονταν πάσχουσες. Το πρόβλημα της δημόσιας υγείας ήταν αποτέλεσμα της έλλειψης υγειονομικής πολιτικής. Δεν υπήρχαν λαϊκά ιατρεία, η θεραπεία ήταν πολυδάπανη και μακροχρόνια, άρα αποτρεπτική για τους κοινωνικά υποβαθμισμένους και περιθωριοποιημένους, ενώ και διάφορες προκαταλήψεις γύρω από τη σύφιλη διόγκωναν το πρόβλημα.

Εκτός από την υψηλή νοσηρότητα, και η έκθεση βρεφών και οι βρεφοκτονίες έπαιρναν ανησυχητικές διαστάσεις. Τα βρέφη από κλεψιγαμία ρίχνονταν στους δρόμους σαν τα αποτσίγαρα. Τα φαινόμενα αυτά θα πρέπει να τα συσχετίσουμε με το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του αυξημένου πληθυσμού της πόλης ζούσε σε φτωχογειτονιές κάτω από άθλιες και ανθυγιεινές συνθήκες, αντιμετώπιζε μεγάλες βιοτικές δυσκολίες και η επιβίωση ήταν καθημερινό στοίχημα που συνήθως το κέρδιζε η παραβατικότητα. Ας συνυπολογίσουμε και την έλλειψη κοινωνικής πρόνοιας και νομικής προστασίας της γυναίκας που γεννούσε εκτός γάμου.
Όπως κι αν είχε, στη Δράμα οι άνθρωποι επιζητούσαν την εμπειρία της εκτόνωσης, επιδίδονταν σε κάθε λογής διασκεδάσεις, παρασύρονταν από πάθη και πειρασμούς και ενέδιδαν στις σαρκικές απολαύσεις. Η κοινωνία της Δράμας έρρεπε προς το κυνήγι των απολαύσεων, της έντονης νυχτερινής και ερωτικής ζωής. Αναζητήσεις ενδεικτικές μιας ζωτικότητας πολύ χαρακτηριστικής στα χρόνια του Μεσοπολέμου.
(Το άρθρο αυτό αναρτάται στη συνέχεια στην ιστοσελίδα για την ιστορία και τον πολιτισμό της Δράμας: https://www.pylidramas.gr/)
8 Θάρρος, 8.1.1929.
9 Νίκος Ακρίτας, «Ερωτικός οργασμός», Θάρρος, 29.10.1933.
10 Θάρρος, 31.10.1933.
11 Θάρρος, 28, 29 & 30.10.1933.
12 Θάρρος, 11.1.1930 & Αμύντας, «Τα παράσημα», 30.7.1934.
13 Φωκίων Κοπανάρης, Η δημοσία υγεία εν Ελλάδι, Αθήνα 1933, σ. 253.
14 Θάρρος, 14.2.1925, 13.10.1928, 17.3.1931 & 25.4.1933.