Του Αχιλλέα Παπαδόπουλου, Ειδικού Καρδιολόγου
Ο όρος δυσλιπιδαιμία εκφράζει τις ποσοτικές και ποιοτικές διαταραχές των λιπιδίων (χοληστερόλη ή/και τριγλυκερίδια) του αίματος. Οι δυσλιπιδαιμίες έχουν χαρακτηρισθεί ως αθόρυβοι και ύπουλοι αντίπαλοι, επειδή συνήθως δεν προκαλούν συμπτώματα, κυρίως στα παιδιά, ενώ συγχρόνως έχουν βλαπτική δράση στον αυλό των αρτηριών στενεύοντάς τον. Οι κλινικές εκδηλώσεις της αθηρωμάτωσης στην παιδική ηλικία είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Ωστόσο, οι παράγοντες κινδύνου, όπως οι δυσλιπιδαιμίες, ο σακχαρώδης διαβήτης, η αρτηριακή υπέρταση, η παχυσαρκία και άλλοι αποτελούν αιτιολογικό μηχανισμό για την προαγωγή της αθηρογένεσης. Παρατηρήθηκε ότι η έκταση της αθηρογένεσης σχετίζεται με τα επίπεδα της ολικής χοληστερόλης, της «κακής» χοληστερόλης με χαμηλή πυκνότητα λιποπρωτεΐνης (LDL χοληστερόλη), των τριγλυκεριδίων, του σωματικού βάρους καθώς και των άλλων παραγόντων κινδύνου που ήδη έχουν αναφερθεί, ακόμα και σε παιδιά.
Οι δυσλιπιδαιμίες των παιδιών ταξινομούνται ως πρωτοπαθείς και δευτεροπαθείς.
Οι πρωτοπαθείς (κληρονομικές) δυσλιπιδαιμίες των παιδιών είναι α) η οικογενής υπερχοληστερολαιμία, κατά την οποία τα αυξημένα επίπεδα της ολικής χοληστερόλης στο πλάσμα εμφανίζονται πολύ νωρίς, ακόμα και αμέσως μετά τη γέννηση,
β) η οικογενής συνδυασμένη υπερλιπιδαιμία με αύξηση χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων, η οποία συχνά εμφανίζεται ως υπερτριγλυκεριδαιμία στην εφηβεία και αργότερα εξελίσσεται σε υπερχοληστερολαιμία,
γ) η χυλομικροναιμία, στην οποία τα αυξημένα επίπεδα των τριγλυκεριδίων στο πλάσμα μπορεί να εμφανιστούν ακόμα και σε βρεφική ηλικία και
δ) η οικογενής υπερτριγλυκεριδαιμία, στην οποία τα αυξημένα επίπεδα των τριγλυκεριδίων σπάνια εμφανίζονται στην παιδική ηλικία.
Οι αιτίες των δευτεροπαθών δυσλιπιδαιμιών, αποτόκου άλλων παθολογικών καταστάσεων αύξησης της χοληστερόλης ή/και των τριγλυκεριδίων, στα παιδιά είναι ο σακχαρώδης διαβήτης, ο υποθυρεοειδισμός, το νεφρωσικό σύνδρομο, η παχυσαρκία που είναι και το κύριο αίτιο των δευτεροπαθών δυσλιπιδαιμιών στα παιδιά, η κακή διατροφή και, τέλος, ορισμένα φάρμακα ως αντισυλληπτικά, αντιρετροϊκά, ισοτρετινοΐνη, φάρμακο σοβαρής ακμής, αντιψυχωσικά όπως η ολανζαπίνη.
Η κύρια αντιμετώπιση της δυσλιπιδαιμίας, πρωτοπαθούς ή δευτεροπαθούς, είναι η υγειινοδιαιτητική αγωγή, η οποία συνεπικουρείται, όταν κριθεί απαραίτητο από τον θεράποντα ιατρό, από την φαρμακευτική αγωγή.
Κανείς δεν αμφισβητεί σήμερα την αξία εφαρμογής της σωστής διατροφής και της καθημερινής φυσικής άσκησης σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι ο υγιεινός τρόπος ζωής, όταν μάλιστα εφαρμόζεται από τις μικρότερες ηλικίες, διευκολύνει την επιτυχημένη γήρανση. Ωστόσο, η διατροφική παρέμβαση σπανίως μπορεί να διορθώσει τις πρωτοπαθείς δυσλιπιδαιμίες. Στις περιπτώσεις αυτές, ο στόχος είναι να μειωθεί η διατροφική πρόσληψη λίπους, ώστε να μην επιβαρύνεται η ήδη υπάρχουσα διαταραχή. Οι διατροφικές οδηγίες στα παιδιά είναι παρόμοιες με αυτές των ενηλίκων, αλλά πρέπει να υπολογίσουμε και τις ενεργειακές τους ανάγκες, ώστε να μην υπάρξει καθυστέρηση της ανάπτυξης.
Σε γενικές γραμμές, προτείνεται η καθιέρωση σωστού πρωινού, η αυξημένη κατανάλωση σύνθετων υδατανθράκων, δημητριακών, φυτικών ινών, καθημερινή κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, γαλακτοκομικά χαμηλά σε λιπαρά, κατανάλωση κατά προτίμηση άσπρου κρέατος (κοτόπουλο, γαλοπούλα) και κόκκινου δύο φορές την εβδομάδα, αποφυγή τηγανιτών φαγητών, αυξημένη κατανάλωση ψαριών και, τέλος, διατήρηση του σωματικού βάρους στα φυσιολογικά επίπεδα. Το κρέας δεν περιέχει μεγάλη ποσότητα χοληστερόλης, αλλά επειδή η ημερήσια κατανάλωσή του είναι μεγάλη, συμμετέχει σημαντικά στην ημερήσια εξωγενή χοληστερόλη.
Εκτός από τη διαιτητική παρέμβαση, πολλές μελέτες έχουν αποδείξει ότι η άσκηση (ζωηρό βάδισμα, τρέξιμο, κολύμβηση, ποδηλασία και άλλα) σε καθημερινή βάση έχει ευμενή δράση στα λιπίδια. Ειδικότερα, μειώνει τα τριγλυκερίδια και την LDL «κακή» χοληστερόλη και αυξάνει την χοληστερόλη χαμηλής πυκνότητας, την «καλή» HDL χοληστερόλη.
Η αποτελεσματικότητα της διαιτητικής αγωγής και της άσκησης αναμένεται να εμφανιστεί το νωρίτερο σε 3 μήνες. Ιδιαίτερα σε θετικό αποτέλεσμα, εξυπακούεται ότι θα συνεχιστεί οπωσδήποτε για 3 μήνες, ώστε ο ασκούμενος να εθισθεί στις καινούργιες συνήθειες της διά βίου άσκησης.
Σε παιδιά ηλικίας μικρότερης των δύο ετών δεν συνιστάται υπολιπιδαιμική δίαιτα. Ωστόσο, στις ακραίες περιπτώσεις της ομόζυγης ή ετερόζυγης μορφής της οικογενούς υπερχοληστερολαιμίας (πρωτοπαθής υπερχοληστερολαιμία), έχουν περιγραφεί καλά αποτελέσματα χωρίς διαταραχές της θρέψης και της ανάπτυξης.
Στις περιπτώσεις σοβαρής υπερχοληστερολαιμίας είναι γνωστό ότι μόνο η δίαιτα δεν επαρκεί και χορηγείται υπολιπιδαιμικό φάρμακο. Η χορήγηση των φαρμάκων αυτών στα παιδιά μέχρι πρόσφατα ήταν εμπειρική, διότι δεν υπήρχαν σχετικές μελέτες σε παιδιά. Τα τελευταία χρόνια δημοσιεύονται όλο και πιο πολλές σχετικές μελέτες. Έτσι, στα παιδιά έχει εγκριθεί η χορήγηση της χολεστυραμίνης από ηλικίας 2 ετών, των στατινών (σιμβαστατίνη, πραβαστατίνη, ατορβαστατίνη), της κολεσεβελάμης και της εζετιμίβης από την ηλικία των 10 ετών. Το υπολιπιδαιμικό φάρμακο χορηγείται εάν η υπερχοληστερολαιμία επιμένει μετά την υγιεινοδιαιτητική παρέμβαση. Υπάρχουν ακόμα και δημοσιεύσεις όπου χορηγήθηκε στατίνη σε ηλικίες μικρότερες από τις προαναφερθείσες.
Η μείωση της αυξημένης χοληστερόλης είτε με υγιεινοδιαιτητικές παρεμβολές είτε με υπολιπιδαιμικά φάρμακα καθυστερεί ή ακόμα και υποστρέφει την εξέλιξη της αθηρωμάτωσης.