Ζήσης Γουδεσίδης
Επιμέλεια: Κώστας Σαμαρτζίδης
Α’ ΜΕΡΟΣ
Το ποδόσφαιρο στη Δράμα πριν από τον ιταλοελληνικό πόλεμο
Βρισκόμαστε στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1930. Η μεγάλη παγκόσμια οικονομική κρίση έχει σφιχταγκαλιάσει και τη δική μας πατρίδα. Φτώχεια παντού. Οι καπνοπαραγωγοί καίνε τα καπνά τους γιατί δεν πωλούνται, οι επιχειρηματίες καίνε τα μαγαζιά τους για να εισπράξουν την ασφάλεια. Την εποχή αυτή κάηκε και ο Υδρόμυλος που ήταν στην περιοχή της Αγίας Βαρβάρας[1], συγκεκριμένα δίπλα στη λιμνούλα, την ονομαζόμενη «Βουλγαρικιά», όπως ονομάζαμε εκείνα τα νερά που βρίσκονται σήμερα δίπλα στο μικρό υπαίθριο θέατρο «Σωκράτης Δημητριάδης». Στα νερά αυτά, κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο (Αύγουστος του 1914 ως τις 11 Νοεμβρίου 1918), οι Βούλγαροι στρατιώτες[2] έπλεναν τα άλογά τους, εξ ου και η ονομασία της. Μεγάλη φωτιά, επίσης, εκδηλώθηκε και στο καπνομάγαζο που βρισκόταν πίσω από τη σημερινή «Αγροτική Τράπεζα», αφήνοντας στο πέρασμά της μόνο τέσσερεις γυμνούς τοίχους. Πυρπολήσεις είχαμε και σε μερικά καταστήματα στον δρόμο που οδηγεί από την κεντρική πλατεία της Δράμας προς τον σιδηροδρομικό σταθμό. Λέγανε ότι στις πυρκαγιές αυτές, αντί για νερό, έριχναν πετρέλαιο για να μην σβήσουν.
Παρά τη φτώχεια, για εμάς τα παιδιά «δεν τρέχει τίποτα». Μας φτάνει μία φέτα ζυμωτό ψωμί, πασπαλισμένη με λίγη ζάχαρη, καταβρεγμένη με νεράκι της Αγίας Βαρβάρας και κάποιες σπάνιες φορές, στολισμένη με ίχνη καφέ από κριθάρι ή ρεβίθι και δώσ’ του παιχνίδι όλη μέρα, ποδόσφαιρο και Άγιος ο Θεός.
Για αυτές τις ηλικίες θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα αγόρια γεννιούνται μ’ ένα πάνινο τόπι στην κούνια τους, καμωμένο από άχρηστα κουρέλια που είχαμε άφθονα, δεμένα με σπάγκο, αυτόν που χρησιμοποιούσαν για τις αρμαθιές των φύλλων του καπνού.
Τα κορίτσια, πάλι, έρχονταν στη ζωή με μία πάνινη κούκλα στρουμπουλή και φτιασιδωμένη με κάρβουνο από τη φουφού, με μεγάλα μάτια και μακριές βλεφαρίδες.
Αυτές οι παχουλές κούκλες των κοριτσιών ήταν το αντίθετο από τα αγόρια· εμείς ήμασταν πιο αδύνατοι και από τους τσίρους.
Το πιο αγαπημένο παιχνίδι για εμάς τα αγόρια ήταν φυσικά το ποδόσφαιρο. Στη Δράμα δεν υπήρχε αλάνα ή άλλος ανοιχτός χώρος (που τότε αφθονούσαν), όπου σε μία και μόνη στιγμή να μην μετατρεπόταν σε ποδοσφαιρικό γήπεδο. Δύο πέτρες, δύο μπλούζες ή δύο καλάμια από τη μία πλευρά και άλλα τόσα από την απέναντι και το «δίτερμα» άρχιζε αμέσως, για να τελειώσει όταν πια το σκοτάδι καθιστούσε αδύνατη τη συνέχεια ή όταν οι απειλητικές φωνές των μανάδων μας μάς έκαναν να αποσυρόμαστε ένας ένας με το κεφάλι κάτω. Σκονισμένοι, καταϊδρωμένοι και με βαριά καρδιά, σκυφτοί σαν να πηγαίναμε για εκτέλεση, επιστρέφαμε στα σπίτια μας, για να διαβάσουμε τα μαθήματά μας, με τη συνοδεία μιας γκαζόλαμπας που είχε μία φουρκέτα στο λαμπογυάλι της μη τυχόν και μας σπάσει και με τη συνοδεία της γκρίνιας της μητέρας μας που περνούσαμε τόσες ώρες με το ποδόσφαιρο, τη «μπάλα». Όμως, παρά τις συμβουλές της, εμείς πολύ λιγότερο είχαμε το μυαλό μας στα βιβλία μας και πολύ περισσότερο σε αυτή τη στρογγυλή Θεά, που ήταν μεν Θεά αλλά συνήθως καθόλου στρογγυλή. Μερικές φορές η χειροποίητη από κουρέλια μπάλα μας έμοιαζε με πεπόνι.
Σε κάθε σοκάκι, σε κάθε γειτονιά, κάθε σχολική τάξη του Δημοτικού ή του Γυμνασίου είχε δημιουργηθεί η ποδοσφαιρική της ομάδα, εκτός από τις ομάδες των μεγαλύτερων παιδιών που υπήρχαν σε κάθε συνοικισμό.
Την ομάδα της γειτονιάς μου την είχαμε ονομάσει «Νίκη». Θυμάμαι ότι για να αγοράσουμε όχι μία κανονική μπάλα, αλλά ένα λαστιχένιο τόπι, πουλήσαμε λαχεία στους γείτονές μας, με τον πρώτο και μοναδικό λαχνό να κερδίζει ένα πήλινο ανθοδοχείο, που κάποιος από εμάς είχε προσφέρει.
Τις καθημερινές, όλα τα απογεύματα, γέμιζαν οι αλάνες από τις ομάδες των υπό εκκόλαψη ποδοσφαιριστών. Άλλοι με χιλιομπαλωμένα παπούτσια, άλλοι με αρβύλες του Ελληνικού Στρατού από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, άλλοι ξυπόλυτοι, όλοι προσπαθούσαμε, κλωτσώντας με μανία το τόπι, να το περάσουμε στο υποτιθέμενο αντίπαλο γκολπόστ, για να κερδίσουμε και να χαρούμε την ποθητή νίκη.
Με αυτό τον τρόπο η Δράμα μετατρέπονταν σε μια πολύβουη κυψέλη που τη σχημάτιζαν τα αμέτρητα μικρά αυτοσχέδια γήπεδα ποδοσφαίρου.
Τα πρωινά της Κυριακής και των Εορτών είχαν σειρά οι ομάδες των μεγάλων παιδιών, με τις φανέλες με τις ρίγες και τις αληθινές δερμάτινες μπάλες, έστω και αυτές μπαλωμένες.
Οι ομάδες αυτές εκείνη την εποχή, ήταν ο «ΑΚΡΙΤΑΣ» η ομάδα της Νέας Κρώμνης με ιδιόκτητο γήπεδο, απέναντι από το Πάρκο των Κομνηνών. Ο «ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ» η ομάδα του Κεντρικού συνοικισμού, όπου κατοικούσα, με γήπεδο την αλάνα δίπλα στη Δεξαμενή
► Ύδρευσης, ο «ΑΒΕΡΩΦ» η ομάδα του Συνοικισμού Περιθάλψεως, ο «ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ» η ομάδα του Ορφανοτροφείου, ο «ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ» των Δώδεκα Αποστόλων και η «Α.Ε.Ν.Σ.» που ήταν η ομάδα της Νέας Στενημάχου.
Αυτές οι ομάδες μας, στη διάρκεια της εβδομάδος έκλειναν συναντήσεις για τα πρωινά των Κυριακών, πότε στο γήπεδό τους και πότε στο γήπεδο της αντίπαλης ομάδας. Τις μετακινήσεις αυτές των ομάδων, από γειτονιά σε γειτονιά, ακολουθούσαν και οι οπαδοί τους. Τις ακολουθούσαν τα γειτονόπουλά τους για να τις παροτρύνουν να σκοράρουν και να επιστρέψουν στη γειτονιά τους νικητές.
Πολλές φορές ο φανατισμός που αναπτυσσόταν μεταξύ των οπαδών οδηγούσε σε ακραία φαινόμενα εχθρότητας με συνέπεια να έρχονται στα χέρια και να διακόπτεται στο τέλος ο αγώνας για να αρχίσει ο πετροπόλεμος.
Οι ομάδες αυτές, ήταν εκείνες που τροφοδοτούσαν συνεχώς με έμψυχο υλικό τις επίσημες ομάδες της πόλης μας. Και ενώ τα πρωινά των Κυριακών όλη η Δράμα ήταν μια πολύβουη πόλη από τις φωνές των οπαδών και των ποδοσφαιριστών, μετά από το μεσημέρι, λες και τα πάντα νέκρωναν. Βασίλευε μια απόλυτη ησυχία!
Τις Κυριακές λοιπόν, όλοι σχεδόν οι άνδρες, πήγαιναν στο γήπεδο της «Δόξας» και αργότερα και στο «Εθνικό στάδιο» για να παρακολουθήσουν τον πολυσυζητημένο στη διάρκεια της εβδομάδας ποδοσφαιρικό αγώνα της Κυριακής, όταν μάλιστα ήταν εκείνος μεταξύ των δύο άσπονδων αντιπάλων, της «Δόξας» και της «Ελπίδας». Τότε ήταν που άδειαζε η πόλη γιατί ο αγώνας αυτός ήταν «ντέρμπι» μ’ όλη τη σημασία της λέξης.
Εμείς οι πιτσιρικάδες, που μας έτρωγε η αγωνία να παρακολουθήσουμε αυτό το «ντέρμπι» πολιορκούσαμε τη μάντρα του σταδίου και προσπαθούσαμε να μπούμε μέσα σκαρφαλώνοντας από τους τοίχους, αυτούς που μας χώριζαν από τους ευτυχείς που ήταν μέσα στο γήπεδο. Πολλές φορές σερνόμασταν μέσα από τον οχετό όμβριων υδάτων που άρχιζε από το φράκτη της βίλας «Εξάρχου» περνούσε κάτω από το δημόσιο δρόμο και κατέληγε δίπλα και δεξιά της κεντρικής εισόδου του γηπέδου, της πύλης του παραδείσου!
Μας ήταν εκείνες τις στιγμές τελείως αδιάφορο αν τα «Κυριακάτικα» ρούχα μας είχαν πασαλειφθεί από τις ακαθαρσίες, κάτι που θα είχε σαν συνέπεια ένα γερό κατσάδιασμα στο σπίτι, από την καημένη τη μάνα μας. Ποιος όμως τα υπολόγιζε αυτά, μπροστά στη μέθεξη να παρακολουθήσουμε τον αναμενόμενο θρίαμβο της αγαπημένης μας ομάδας. Άλλα παιδιά ήταν πιο τυχερά. Κάποια προσκολλιόντουσαν στους ποδοσφαιριστές της φιλοξενούμενης ομάδας. Άρπαζαν από τα χέρια τους τα ξύλινα κασελάκια με τις στολές τους και έμπαιναν με αυτό τον τρόπο στο γήπεδο σαν κύριοι και μάλιστα από την κεντρική είσοδο. Άλλα πάλι προσκολλιόντουσαν στους προσερχόμενους θεατές παρακαλώντας τους «Θείε, θείε, πάρε με μαζί σου» αρπάζοντας τους από το χέρι που πολύ δύσκολα αυτοί μπορούσαν να απελευθερώσουν.
Έτσι, αποκτώντας για λίγα λεπτά ένα νέο συγγενή τους έφτανε για να περάσουν τη μεγαλόπρεπη πόρτα του παραδείσου τους.
Αυτή η νεκρική σιγή που επικρατούσε στην πόλη της Δράμας κατά τη διάρκεια των Κυριακάτικων ποδοσφαιρικών αγώνων, διακόπτονταν μόνο όταν οι αγωνιζόμενες ομάδες έβαζαν γκολ, από ένα θριαμβευτικό και παρατεταμένο «Γκόοολ» ή με ένα παρατεταμένο «Άαααχ» απογοήτευσης στην περίπτωση που η ευλογημένη μπάλα δεν έκαμε το χατίρι των οπαδών. Αυτές οι ιαχές σαν κύμα απλώνονταν σταδιακά μέχρι τα τελευταία σπίτια της πόλης. Όταν οι ιαχές αυτές ήταν σαν μια παρατεταμένη βροντή, οι γυναίκες που έμεναν στα σπίτια τους, έλεγαν «πάλι η Δόξα έβαλε γκολ». Εκείνη την εποχή, ήταν αδιανόητο οι γυναίκες να παρακολουθήσουν ποδοσφαιρικό αγώνα. Η εκτίμηση ότι η Δόξα έβαλε το «γκολ» στηρίζονταν σε αυτή ακριβώς τη βροντερή ιαχή όχι γιατί οι οπαδοί της Δόξας είχαν πιο βροντερή φωνή, αλλά γιατί ήταν οι περισσότεροι.
Αυτά τα παιχνίδια των αναγνωρισμένων σωματείων, έδιναν τροφή για συζήτηση και πειράγματα σε όλη τη διάρκεια της εβδομάδας. Τα στοιχήματα μεταξύ μικρών και μεγάλων έπαιρναν και έδιναν τις παραμονές ενός τέτοιου αγώνα.
Η Δράμα πριν από τον πόλεμο του 1940 είχε τρία αναγνωρισμένα ποδοσφαιρικά σωματεία:
α) ►Την «ΔΟΞΑ»[3] με ασπρόμαυρες φανέλες και το μαύρο τριφύλλι για έμβλημα. Σε κάθε φυλλαράκιστο κέντρο του, είχε ένα άσπρο κύκλο με ένα γράμμα στη μέση, το«Γ», το «Σ» και το «Δ», αρχίζοντας από αριστερά, που σήμαιναν «Γυμναστικός Σύλλογος Δόξα». Ο σύλλογος ιδρύθηκε το 1918.
Μερικοί πολύξεροι και ευφάνταστοι πιτσιρικάδες λέγανε ότι το μαύρο δεν ήταν το αρχικό χρώμα της «Δόξας», αλλά αυτό άλλαξε σε ένδειξη πένθους όταν ένας ποδοσφαιριστής της πέθανε. Μάλιστα στις ευφάνταστες περιγραφές τους λέγανε ότι πέθανε μέσα στο γήπεδο, στην προσπάθειά του να αποκρούσει μια ψηλοκρεμαστή μπαλιά. Έκανε μια ψαλιδιά και η μεν μπάλα χάθηκε στον ουρανό, αυτός δε έπεσε νεκρός με «σχισμένα τα πόδια». Η αγάπη τους για τη «Δόξα» εξήπτε την φαντασία τους και ο τραγικός θάνατος ενός ήρωα ποδοσφαιριστή τους προκαλούσε ρίγη συγκίνησης.
συνεχίζεται…
Παραπομπές
[1]. ΠΗΓΕΣ ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ: Στα 60 καλύτερα πάρκα της Ευρώπης εντάσσεται ο χώρος αναψυχής και σήμα κατατεθέν της Δράμας, οι πηγές της Αγίας Βαρβάρας.
Το πάρκο έχει παρουσιαστεί στην έκθεση «Πλατείες της Ευρώπης, πλατείες για την Ευρώπη» στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού της Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για μια έκθεση στην οποία παρουσιάστηκαν 60 επιλεγμένες πλατείες της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων και το πάρκο των πηγών της Αγίας Βαρβάρας της Δράμας. Η έκθεση οργανώθηκε από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το πανεπιστήμιο της Βενετίας, το πολυτεχνείο της Καταλονίας, το Πανεπιστημιακό Ευρωπαϊκό Κέντρο Μελετών και άλλους φορείς.
Η διαμόρφωση του χώρου βασίστηκε σε μελέτη του Πολυτεχνείου Θεσσαλονίκης η οποία πήρε το πρώτο βραβείο στο Αμβούργο ως καλύτερη μελέτη – αξιοποίηση τουριστικού χώρου. Στο πάρκο της Αγίας Βαρβάρας λειτουργεί το πρώτο κέντρο ενημέρωσης επισκεπτών.
Η Δράμα είναι μια πόλη που χτίστηκε πάνω σε νερά. Οι κεντρικές πηγές των νερών αυτών βρίσκονται στον Κήπο και στην Αγία Βαρβάρα. Τα πεντακάθαρα νερά της Αγίας Βαρβάρας έχουν ενδιαφέρον ζωικό πλούτο: μπορεί κανείς τα βράδια να διακρίνει στα υπόγεια φώτα καραβίδες και μικρές μπριάνες, ενώ στα πιο ορμητικά νερά υπάρχουν πέστροφες και ποταμοκέφαλοι.
Μέσα νερά της Αγίας Βαρβάρας διακρίνει κανείς θεμέλια ενός κτίσματος που σύμφωνα με τον θρύλο ήταν τα ερείπια της παλαιάς εκκλησίας της Αγίας Βαρβάρας από τα οποία ανέβλυσε νερό όταν οι τούρκοι την γκρέμισαν για να χτίσουν τζαμί. Από την εξέδρα γίνεται κάθε χρόνο η ρίψη του Σταυρού των Φώτων.
Θα έλεγε κανείς ότι η γιορτή της Πολιούχου της Δράμας είναι αφιερωμένη και στα παιδιά. Το απόγευμα αρχίζει η περιφορά της εικόνας από την Μητρόπολη προς την εκκλησία της Αγ. Βαρβάρας (που βρίσκεται στις πηγές). Μετά την λειτουργία, όταν έχει πλέον βραδιάσει, τα παιδιά αφήνουν στα νερά καραβάκια από φελιζόλ στα οποία έχουν βάλει αναμμένα κεράκια. Κάθονται και απολαμβάνουν το θέαμα με τις ώρες, μαλώνοντας ταυτόχρονα για το ποιός έχει φτιάξει το καλύτερο καραβάκι. Αυτό το γλέντι μπορεί να κρατήσει ένα ολόκληρο βράδυ: τα παιδιά θα φτάσουν στο σπίτι παγωμένα όπου θα μπορέσουν να κοιμηθούν αφού πρώτα δοκιμάσουν την ζεστή “βαρβάρα” (ένα παραδοσιακό φαγητό που τιμά τη μνήμη της Αγίας).
Πηγή: Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Περιφερειακής Ενότητας Δράμας.
2]. ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ ΔΡΑΜΑΣ: η πρώτη στους Βαλκανικούς, 1912 – 1913,
κι η δεύτερη στον Α΄ Παγκόσμιο, το 1916 – 1919
[3]. Ο ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΔΟΞΑ ΔΡΑΜΑΣ είναι αθλητικός σύλλογος που ιδρύθηκε το 1918 στην Δράμα. Σύμφωνα με μια πηγή, το έναυσμα για τη δημιουργία ποδοσφαιρικού σωματείου δόθηκε έπειτα από φιλική ποδοσφαιρική αναμέτρηση μεταξύ ντόπιων Δραμινών και Βρετανών στρατιωτών που βρίσκονταν στην περιοχή κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το πρώτο όνομα της ομάδας ήταν Πηλέας και το 1919 πήρε την σημερινή της ονομασία. Αρχικό σύμβολο της ομάδας ήταν το τριφύλλι, που κατόπιν αντικαταστάθηκε από τον μαύρο αετό, εξού και το προσωνύμιο “μαυραετοί” που χρησιμοποιείται για την ομάδα. Τον πρώτο επίσημο αγώνα η Δόξα τον έδωσε με αντίπαλο την Α.Ο. Καβάλα την οποία και έχασε με 3-0. Το 2007-08 υποβιβάστηκε λόγω οικονομικών προβλημάτων στη Δ’ εθνική, όμως τον Αύγουστο του 2008 επήλθε συγχώνευση – απορρόφηση με τον Εθνικό Ολυμπιακό Βόλου και έτσι η ομάδα συμμετείχε στο πρωτάθλημα της Γ’ εθνικής 2008-09 ενώ την επόμενη χρονιά προβιβάστηκε στη Β’ Εθνική. Την περίοδο 2011-2012, η Δόξα επανήλθε στο πρωτάθλημα της Α’ εθνικής έπειτα από απουσία 16 ετών. Στο παρελθόν η Δόξα διέθετε τμήματα κλασικού αθλητισμού, καλαθοσφαίρισης, πετοσφαίρισης, πυγμαχικό και σκοπευτικό.
Η Δόξα Δράμας, από την θέσπιση των εθνικών κατηγοριών την περίοδο 1959-60, μετείχε σε 21 πρωταθλήματα της Α’ εθνικής και η καλύτερη θέση που κατέκτησε ήταν η έκτη, στην πρώτη χρονιά της κατηγορίας (1959-60). Επίσης το 1960, 1961 και 1991 αναδείχτηκε κορυφαία επαρχιακή ομάδα (ένας άτυπος τίτλος ανάμεσα στις ομάδες εκτός Αττικής και Θεσσαλονίκης. Πριν την καθιέρωση της Α’ εθνικής, η Δόξα είχε τρεις συμμετοχές στην τελική φάση των Πανελλήνιων Πρωταθλημάτων (1957, 1958, 1959).
Στο Κύπελλο Ελλάδας η Δόξα Δράμας έφτασε τρεις φορές στον τελικό της διοργάνωσης, όμως ηττήθηκε και τις τρεις από τον Ολυμπιακό (το 1954 με σκορ 2-0, το 1958 με σκορ 5-1 και το 1959 με σκορ 2-1). Άλλες τρεις φορές έφτασε ως τους ημιτελικούς της διοργάνωσης (1952, 1955, 1961) και άλλες τέσσερις ως τους προημιτελικούς (1981, 1991, 1992, 1993).
Από τη την Βικιπέδια.
[4]. ΕΛΠΙΔΑ ΔΡΑΜΑΣ: Ο Γυμναστικός Σύλλογος Ελπίς ήταν σωματείο της Δράμας. Ιδρύθηκε από πρόσφυγες, ανεπίσημα το 1922 και επίσημα το 1929. Τα χρώματα της ομάδας ήταν το γαλάζιο και το λευκό και με έμβλημα είχε το τετράφυλλο. Αγωνίστηκε στις κατηγορίες της Ε.Π.Σ.Α.Μ. (Ένωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων Ανατολικής Μακεδονίας) φτάνοντας μέχρι την Α΄ κατηγορία. Ποδόσφαιρο: Τα πρώτα χρόνια 1922 – 1940: Τα πρώτα χρόνια η αγωνιστική της δράση αναλωνόταν σε φιλικά παιχνίδια. Το 1927 διοργανώνεται από τη Δόξα Δράμας ανεπίσημο πρωτάθλημα με τη συμμετοχή της Ελπίδας. Το 1929 μετέχει εκ νέου στο ανεπίσημο πρωτάθλημα και συγχωνεύετε με τον Φ.Ο. Αυγερινός , παράλληλα αναγνωρίζετε σαν επίσημο σωματείο . Πρώτος επίσημος αγώνας στην ιστορία της ήταν στις 21 Ιουλίου1929 χάνοντας από τον Ηρακλή Καβάλας με 3-0. Με την αναγνώριση της η Ελπίδα συμμετέχει στα πρωταθλήματα της Ένωσης ποδοσφαιρικών σωματείων Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, και το 1932 κατακτά το πρωτάθλημα της Β΄ κατηγορίας . Αμέσως η Ελπίδα καταξιώνετε στο φίλαθλο κοινό της Δράμας και γίνετε αιώνιος αντίπαλος της Δόξας. 1941 -1960: Μέχρι το τέλος του Β΄ παγκοσμίου πολέμου η ποδοσφαιρική δραστηριότητα περιορίζετε σε φιλικά παιχνίδια. Η Ελπίδα αρχίζει και δίνει τα πρώτα της παιχνίδια έξω από τα όρια της ένωσής της, το 1947 νικά σε φιλικό παιχνίδι τον Ηρακλή με 3-1, το 1948 για το κύπελλο Ελλάδος , στα ημιτελικά, χάνει από τον Παναθηναϊκό στη Αθήνα με 7-1 αφού είχε νικήσει πρώτα τον Μέγα Αλέξανδρο , κυπελλούχο Θεσσαλονίκης, με 3-1. Στο πρωτάθλημα του 1952 καταλαμβάνει την 2η θέση και σε αυτό του 1953 την 3η. Στις 22 Φεβρουαρίου1953 δίνει τον πρώτο της διεθνή αγώνα χάνοντας με 2-0 από την Σπάρτακ Γιουγκοσλαβίας στη Δράμα. Η Ελπίδα στο τοπικό πρωτάθλημα κατατάσσετε στις 3 πρώτες ομάδες και παράλληλα δίνοντας πολλά φιλικά παιχνίδια.
1961 – 1969 Εθνικές κατηγορίες: Μεγάλη επιτυχία της Ελπίδας στο πρωτάθλημα το 1961 όταν έχασε την άνοδο στην Β΄ Εθνική σε αγώνα μπαράζ από τον Ηρακλή Καβάλας. Το 1962 συμμετέχει σε προκριματικούς αγώνες για την άνοδο στη Β΄ Εθνική όπου και καταφέρνει την άνοδο της.
Στην πρώτη της παρουσία στην Β΄ Εθνική καταλαμβάνει την 8η θέση, παραμένει άλλες δυο χρονιές στη Β’ Εθνική το 1964 και 1965 όπου υποβιβάζετε στο τοπικό πρωτάθλημα. Το 1967 ανεβαίνει στη Γ΄ Εθνική παίζοντας αρχικά στον προκριματικό όμιλο καταλαμβάνοντας τη 1η θέση κερδίζοντας τη συμμετοχή της στη κατηγορία.
Το 1969 υπό την λογική «η ισχύς εν τη ενώσει» συγχωνεύεται με τον Άρη Δράμας και δημιουργείται ο «Πανδραμαϊκός», ομάδα που αγωνίστηκε στη Β΄ Εθνική κατηγορία, για δέκα περιόδους (1970-71 έως 1977-78 και 1979-80 έως 1980-81). Στη συνέχεια σταδιακά υποβιβάζεται για να αγωνίζεται σήμερα στην Δ’ Εθνική Κατηγορία. Στίβος: Το τμήμα στίβου επίσημα εμφανίζετε το 1948 συμμετέχοντας σε αγώνες σε όλη την Ελλάδα. Το 1952 η Ελπίδα διοργανώνει τους Γ΄ Παμβορειοελλαδίτικους αγώνες με μεγάλη επιτυχία. Στους Πανθρακικούς αγώνες του 1952 καταλαμβάνει την 5η θέση στη βαθμολογία με ένα χρυσό μετάλλιο του Ξανθόπουλου στο άλμα είς ύψος, ένα αργυρό , δύο χάλκινα και καλές κατατάξεις των αθλητών της στις πρώτες θέσεις. Από το 1953 το τμήμα στίβου συμμετέχει σε όλες τις τοπικές διοργανώσεις, Πανθρακικοί αγώνες, Παμβορειοελλαδίτικοι, Ορφικοί αγώνες και διασυλλογικά πρωταθλήματα και στη τελική βαθμολογία κατατασσόταν στις πρώτες θέσεις.
Πηγές: Ελπίς 1922-1969 , έκδοση Δ.Ε.Κ.ΠΟ.ΤΑ. Δράμας , Δράμα 2002, ISBN 960-87910-5-7