Με πλήθος ακροατηρίου έγινε στην Δράμα η παρουσίαση του βιβλίου του δασκάλου, Δρ. Γιάννη Χατζηκυριάκου.
Με πλήθος κόσμου από την εκπαιδευτική κοινότητα και όχι μόνο πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 31 Ιανουαρίου στο Δημοτικό Ωδείο Δράμας, η παρουσίαση του βιβλίου, του εκπαιδευτικού της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Δρ. Γιάννη Χατζηκυριάκου, με τίτλο: «Η μετάβαση των μαθητών στο Γυμνάσιο» που κυκλοφόρησε πριν από ένα περίπου μήνα από τις εκδόσεις των αδελφών Κυριακίδη.
Την εκδήλωση διοργάνωσαν οι Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ν. Δράμας, ο Σύλλογος Εκπαιδευτικών Π.Ε. Ν. Δράμας, η Εταιρία Επιστημών Αγωγής Δράμας (ΕΤΕΑΔ) και οι Συντονιστές Εκπαιδευτικού Έργου ΠΕ 70 ΠΕ.ΚΕ.Σ. Α.Μ.Θ. Την εκδήλωση, συνόδευσαν μουσικά και εικαστικά μαθητές της ΣΤ’ τάξης του 1ου Δημοτικού Σχολείου Δράμας στο οποίο είναι υποδιευθυντής ο συγγραφέας του βιβλίου, όπως επίσης και απόφοιτοι του σχολείου που πλέον βρίσκονται στην Α΄ τάξη του Γυμνασίου.
Για το εν λόγω βιβλίο, μίλησαν ο κ. Γιάννης Μπέτσας, Επίκουρος Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, και η κα. Δήμητρα Πατρωνίδου, Φιλόλογος, Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια Πανεπιστημίου Μακεδονίας ενώ την συζήτηση συντόνιζε ο Ομότιμος Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, κ. Δημήτριος Χατζηδήμου.
Μιλώντας στα ΧΡΟΝΙΚΑ για το βιβλίο του κ. Χατζηκυριάκου, ο Ομότιμος Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, κ. Δημήτριος Χατζηδήμου είπε σε σχέση με το αντικείμενο που πραγματεύεται το βιβλίο ότι αυτό παρουσιάζει ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα θέματα που συζητιούνται στον χώρο της εκπαίδευσης όχι μόνο κατά την παρούσα περίοδο αλλά εδώ και αρκετά χρόνια. Τα προβλήματα της μετάβασης από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο, αφορούν την μετάβαση από την μια βαθμίδα εκπαίδευσης στην άλλη και απαιτείται συνεργασία ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς και γενικά ανάμεσα στην εκπαιδευτική κοινότητα.
Ο συγγραφέας του βιβλίου και εκπαιδευτικός της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Δρ. Γιάννης Χατζηκυριάκου είπε μιλώντας στα ΧΡΟΝΙΚΑ ότι το βιβλίο είναι μέρος της διδακτορικής του διατριβής και ολοκληρώθηκε σε μια περίοδο τεσσάρων ετών. Όπως είπε, έγινε μια ποσοτική έρευνα ευρείας κλίμακας και συμμετείχαν 804 εκπαιδευτικοί (δάσκαλοι και καθηγητές) με σκοπό να εντοπιστούν οι παράγοντες που φαίνεται να δυσκολεύουν τους μαθητές του Δημοτικού που μεταβαίνουν στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. “Από αυτή την έρευνα βγήκαν πολλά και χρήσιμα συμπεράσματα και θεωρώ, ότι θα βοηθήσει αυτούς που σχεδιάζουν την εκπαιδευτική πολιτική της χώρας, να χαράξουν όλα εκείνα τα απαραίτητα μέτρα που θα βοηθήσουν να εξομαλυνθεί το πρόβλημα της μετάβασης στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Το βιβλίο απευθύνεται κυρίως σε εκπαιδευτικούς, σε γονείς και γενικά σε ανθρώπους που ασχολούνται με την εκπαιδευτική πραγματικότητα” σημείωσε μεταξύ άλλων ο συγγραφέας του βιβλίου.
Πιο συγκεκριμένα για το περιεχόμενο του βιβλίου σύμφωνα με την αναφορά που γίνεται στο οπισθόφυλλό του “Το ζήτημα της μετάβασης των μαθητών από τη μία εκπαιδευτική βαθμίδα στην άλλη, και ειδικότερα στο πλαίσιο της υποχρεωτικής φοίτησης, βρίσκεται τα τελευταία χρόνια στο επίκεντρο της παιδαγωγικής συζήτησης, καθώς τα πορίσματα των σχετικών ερευνών, ελληνικών και διεθνών, αποκαλύπτουν την ύπαρξη τόσο θετικών προκλήσεων όσο και σημαντικών δυσχερειών στη μετέπειτα ακαδημαϊκή πορεία των μαθητών. Στο παρόν βιβλίο διερευνώνται οι απόψεις εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας (δασκάλων) και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αναφορικά με το εν λόγω ζήτημα της μετάβασης των μαθητών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Από την έρευνα διαπιστώνεται πως η αυτοαντίληψη του επαγγελματικού ρόλου δασκάλων και καθηγητών διαφοροποιείται σε μεγάλο βαθμό και σχετίζεται με τις δυσχέρειες ή και τα προβλήματα της μετάβασης των μαθητών από το δημοτικό στο γυμνάσιο. Αναφορικά με το πού θα όφειλαν να στοχεύουν οι δυνητικές πρωτοβουλίες για ομαλή μετάβαση, οι καθηγητές δηλώνουν ότι η στόχευση πρέπει να είναι στην επίτευξη συνεργασίας μεταξύ οικογένειας και σχολείου (γυμνασίου), ενώ οι δάσκαλοι στη συνεργασία ανάμεσα στο δημοτικό και στο γυμνάσιο. Τέλος, διαπιστώνεται πως οι δάσκαλοι συμφωνούν σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι οι καθηγητές με την άποψη ότι η θεσμική ασυνέχεια μεταξύ των δύο επάλληλων υποχρεωτικών βαθμίδων εκπαίδευσης αποτελεί κύριο παράγοντα πρόκλησης δυσκολιών ή και προβλημάτων μετάβασης”.