Η Εφορεία Aρχαιοτήτων Δράμας διοργανώνει μια πολύ ενδιαφέρουσα εκδήλωση την Δευτέρα, 18 Μαρτίου, στο πλαίσιο του α’ κύκλου “Οι Πρωτοπόροι”. Σε αυτή την εκδήλωση ο κ. Χαράλαμπος Πέννας ο οποίος είναι καθηγητής αρχαιολογίας και μεταξύ άλλων επίτιμος διευθυντής του ΥΠ.ΠΟ.Α. θα πραγματοποιήσει διάλεξη για τον Βυζαντινό Ναό των Ταξιαρχών της Δράμας.
Ο ναός παρουσιάζει ιδιαίτερο ιστορικό αλλά και τουριστικό ενδιαφέρον. Είναι ένα απο τα χαρακτηριστικότερα τμήματα της πόλης που παραπέμπουν στο βυζαντινό παρελθόν της και βρίσκεται πολύ κοντά στη βορειοανατολική πλευρά του τείχους της βυζαντινής πόλης.
Πρόκειται για ένα μικρών διαστάσεων μνημείο, όπως αναφέρει άλλωστε και το Υπουργείο Πολιτισμού “το οποίο προσελκύει το ενδιαφέρον του επισκέπτη με τη τοιχοποιία του και τον αξιόλογο τοιχογραφικό του διάκοσμο. Η κατασκευή του χρονολογείται στην παλαιολόγεια εποχή, στις αρχές του 14ου αιώνα. Κατά μια εκδοχή, ενδεχομένως αποτέλεσε το ταφικό παρεκκλήσιο, στο οποίο τάφηκε η σύζυγος του αυτοκράτορα Ανδρονίκου Β΄, Ειρήνη η Μομφερρατική η οποία είναι γνωστό ότι απεβίωσε και τάφηκε στη Δράμα το 1320.
Ο ναός αποτελείται από μια μονόχωρη ορθογώνια αίθουσα, από την οποία εξέχει στα ανατολικά η κόγχη του ιερού βήματος, τρίπλευρη εξωτερικά και ημικυκλική εσωτερικά. Η είσοδος βρίσκεται στη δυτική πλευρά, ενώ κάθε μακριά πλευρά φέρει δύο παράθυρα. Από αυτά, το ανατολικό της νότιας πλευράς ήταν αρχικά η είσοδος του ναού, και στην αρχική του μορφή καλυπτόταν με ημικυλινδρική καμάρα, ενώ σήμερα στεγάζεται με ξύλινη στέγη. Ο ναός είναι κτισμένος με αργολιθοδομή και πλίνθους, οι οποίες περεμβάλλονται στους οριζόντιους και κάθετους αρμούς. Ο νότιος και ανατολικός τοίχος είναι κτισμένοι κατά το πλινθοπερίκλειστο σύστημα τοιχοποιίας. Ο ναός παρουσιάζει τρεις κύριες φάσεις. Η αρχική, στην οποία ανήκει ο νότιος τοίχος και τμήμα του ανατολικού, χρονολογείται στις αρχές του 14ου αιώνα. Σε αυτή τη φάση ο ναός ήταν μονόχωρος καμαροσκεπής με είσοδο στη νότια πλευρά. Στη δεύτερη φάση, μεταξύ των ετών 1861 και 1892, ανακατασκευάσθηκε ο βόρειος και δυτικός τοίχος, εντοιχίσθηκαν αρχαία μέλη, αντικαταστάθηκε η καμάρα με δικλινή στέγη, και διαμορφώθηκε νέα είσοδος στα δυτικά. Στην τρίτη φάση, ο ναός περιβλήθηκε στη βόρεια, δυτική και νότια πλευρά από στοά με ενιαία δίρριχτη στέγη, η οποία κάλυψε ολόκληρο το μνημείο, και η είσοδος διαμορφώθηκε στα βορειανατολικά. Η κατεδάφιση της στοάς το 1973 αποκάλυψε την παλαιότητα του κτίσματος και οδήγησε στην αποκατάσταση της αρχικής του μορφής, πλουτίζοντας έτσι την πόλη της Δράμας με ένα ακόμη βυζαντινό μνημείο.
Στο εσωτερικό του ναού, στο ανατολικό του τμήμα και στα εσωρράχια των παραθύρων, διασώζονται λείψανα τοιχογραφικού διακόσμου, που χρονολογείται στις πρώτες δεκαετίες του 14ου αιώνα. Πρόκειται για σκηνές από τον κύκλο των Παθών και μεμονωμένες μορφές αγίων, που παρά την κακή τους διατήρηση αντιπροσωπεύουν επάξια τη ζωγραφική τέχνη της παλαιολόγειας περιόδου στην περιοχή της Δράμας. Ο ναός διέθετε και μαρμάρινο τέμπλο, από το οποίο βρέθηκε μεγάλος αριθμός αρχιτεκτονικών μελών κατά τη διάρκεια των εργασιών αποκατάστασης του μνημείου. Συνίσταται από τέσσερα κατακόρυφα στηρίγματα, που κρατούν το επιστύλιο, ενώ δύο θωράκια φράσσουν τα μεταξύ τους κενά. Τα στηρίγματα έχουν τη μορφή πεσσού στο κάτω μέρος τους, ενώ το επάνω διαμορφώνεται σε κιονίσκο οκταγωνικής διατομής, που καταλήγει σε συμφυή κιονόκρανα. Οι δύο κεντρικοί πεσσοί φέρουν ισοϋψείς συμφυείς πεσσίσκους για τη στερέωση του βημοθύρου. Ο ανάγλυφος διάκοσμος περιορίζεται στην πρόσθια πλευρά των πεσσών και στα θωράκια, όπου το θέμα είναι ο φυλλοφόρος σταυρός, το κατ’ εξοχήν σύμβολο της χριστιανικής θρησκείας