ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ε’…«Τώρα και πάντοτε, γενέσθω το θέλημα του Θεού»

Της Νόρας Κωνσταντινίδου

0
1840

Τη νύχτα του Πάσχα (10 Απριλίου 1821) ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος ο Ε’ τέλεσε ο ίδιος την Ακολουθία της Αναστάσεως στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου στην Κωνσταντινούπολη, με συλλειτουργούς οκτώ αρχιερείς. Όλοι μαζί οι αρχιερείς, έμπλεοι από θεία χάρη έψαλλαν εξαρχής μαζί με τον Πατριάρχη την Ωδή που συνέθεσε η Αγία Κασσιανή, το γνωστό σε πολλούς: «Κύματι θαλάσσης»:
«Κύματι θαλάσσης τον κρύψαντα
πάλαι διώκτην τύραννον
υπό γης έκρυψαν
των σεσωσμένων οι παίδες˙
ημείς ως αι νεάνιδες τω Κυρίω άσωμεν˙
ενδόξως γαρ δεδόξαστε».
Ψέλνοντας οι αρχιερείς άναψαν τις λαμπάδες τους από τη λαμπάδα του θειότατου Γρηγορίου του Ε’ με το «δεύτε λάβετε φως / εκ του ανεσπέρου φωτός» και κατέληξαν, ύστερα από τους ωραιότερους και μελωδικότερους ύμνους, στο «Χριστός Ανέστη». Αυτό σημαίνει πως στο σύνολό τους οι ιερωμένοι ήσαν ανυποψίαστοι άπαντες, για τη συμφορά που παραφύλαγε στη μεσαία Πύλη του Πατριαρχείου. Διότι το ξημέρωμα εκείνης της νύχτας, μετά το εκκλησιαστικό δοξαστικό με το «Σώμα Χριστού μεταλάβετε/ πηγής αθανάτου γεύσασθε», ύστερα από τον ασπασμό των Αγγέλων στον Ουρανό χείλη με χείλη, και αμέσως μετά τον εναγκαλισμό των βαπτισμένων πιστών στη γη για το αναστάσιμο φιλί της αγάπης, ήρθε η απόλυση. Ο Μακαριότατος απεσύρθη στον κοιτώνα του για να αναπαυθεί. Εκεί, κάποιος των οικείων του τον μίλησε για την έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως με τον Υψηλάντη και μαζί τον ρώτησε:
– Και τώρα τι θα γίνει;
Ο Παρτιάρχης απάντησε:
– Και τώρα και πάντοτε γενέσθω το θέλημα του Θεού!
Έτσι είπε και σιώπησε.
Η σιωπή του που έχει φανερώσει όλη τη δύναμη του νου του, δεν κατείχε πλέον σταλαματιά από δάκρυα για να δώσει εικονική την απάντηση. Ενωρίτερα σκέπασε με το πέπλο της η σιωπή, τον Επίσκοπο Καλλιάρχη – Μητροπολιτη Εφέσσου – για τον οποίο δεν περίμενε κανείς, να έχει σκληρότερο τέλος. Υποστηρικτής της Παιδείας, διέθετε συγκρατημένο πάθος για την εισαγωγή της νέας μουσικής μεθόδου στην εκκλησιαστική ζωή. Απαγχονίστηκε πρώτος, αφού προηγουμένως είδε σφαγές αθώων που δεν συνδέονταν με κανενός είδους ενοχή.
Η ενοχή για την οποία επιζητούσαν οι διώκτες του Γρηγορίου, ήταν ανύπαρκτη. Για το λόγο αυτό, αφού έχουν αναγράψει σε πινακίδα τα παρακάτω, τον έχουν υποχρεώσει στανικώς να φέρει πάνω στο στήθος του το καταδικαστικό του κείμενο ο θρησκευτικός ποιμενάρχης των Ελλήνων: «Επειδή δε πανταχόθεν εβεβαιώθημεν περί της προδοσίας του, όχι μόνον εις βλάβην της Υψηλής Πύλης, αλλά και εις ολόθρον αυτού του ιδίου Έθνους του, ανάγκη ήτο να λείψη ο άνθρωπος ούτος από προσώπου της γης, και δια τούτο εκρεμάσθη προς σωφρονισμόν των άλλων». Έτσι γράφεται στην Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως από τον επιφανή πολιτικό, λόγιο ποιητή και ιστοριογράφο Σπυρίδωνα Τρικούπη.
Οι ιστορικοί στο μεγαλύτερο μέρος τους περιγράφουν όχι την ντροπή που απορρέει από τα γραπτά της πινακίδας, αλλά την ανεκδιήγητη συμπεριφορά των αλλόθρησκων σε όλη τη διάρκεια του μαρτυρικού του θανάτου, ώσπου τα κύματα της θαλάσσης «κύματι θαλάσσης» έγινε προσωρινά ο υγρός τάφος του.
Σήμερα και από πάντα θα δικαιώνονται, όσοι τιμούν την επανάσταση του 1821 με το σκεπτικό πως ο μέγας ποιμενάρχης με τον καθιερωμένο τίτλο του, Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’ εκρεμάσθη αγιάζων διότι η αγχόνη υπήρξε η σφραγίδα του ηρωικού του φρονήματος και της εθνικής του συνείδησης

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ