Επισημαίνει κινδύνους για την υγεία των δέντρων εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο γίνεται η διαδικασία.
Σοβαρό πρόβλημα δημιουργείται στα δέντρα που κλαδεύει ο Δήμος Δράμας, όπως και άλλοι δήμοι της Π.Ε. Δράμας, καθώς ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η συγκεκριμένη διαδικασία τελικά τα βλάπτει, ανέφερε στα ΧΡΟΝΙΚΑ ο πρόεδρος της Οικολογικής Κίνησης Δράμας Ανδρέας Μπακιρτζής με αφορμή το πρόσφατο κλάδεμα των δέντρων στην οδό Πατριάρχου Διονυσίου.
«Θα πρέπει να μάθουμε να κλαδεύουμε τα δέντρα, δεν μπορεί να τα κλαδεύουν οι δήμοι με αυτό τον τρόπο, γιατί τα κάνουν πιο ευαίσθητα και στο τέλος τα ξεραίνουν. Τα δέντρα γίνονται πιο ευαίσθητα με αποτέλεσμα να σπάζουν κλαδιά και να προκαλούνται ζημιές. Ίσως θα πρέπει αυτοί που ασχολούνται με το κλάδεμα των δέντρων να εκπαιδευτούν ή να συμβουλευτούν το ΤΕΙ Δασοπονίας», εξήγησε ο κ. Μπακιρτζής.
Η Οικολογική Κίνηση Δράμας επρόκειτο να πραγματοποιήσει συνάντηση με τον καθηγητή του ΔΙΠΑΕ κ. Ραυτογιάννη για τον τρόπο κλαδέματος των δέντρων και επρόκειτο να καλέσει τους δημάρχους της Π.Ε. Δράμας για λόγους ενημέρωσης, ωστόσο η πρωτοβουλία αυτή δεν κατέληξε να υλοποιηθεί λόγω των έκτακτων γεγονότων με τον κορωνοϊό, όπως επεσήμανε.
Παράλληλα ο κ. Μπακιρτζής είπε ότι υπήρξαν πολλές καταγγελίες πολιτών και για τους περιφερειακούς δήμους του Νομού Δράμας σχετικά με το ίδιο πρόβλημα. Ο πρόεδρος της Οικολογικής Κίνησης Δράμας σημείωσε ότι ο συγκεκριμένος «λανθασμένος» τρόπος κλαδέματος ακολουθείται μάλλον λόγω της ευκολίας που παρουσιάζει για τα συνεργεία τα οποία αναλαμβάνουν να διεκπεραιώσουν αυτές τις εργασίες. Όπως είπε, εξάλλου, ο τρόπος που χρησιμοποιείται δημιουργεί πρόβλημα στα δέντρα, στους περιοίκους, σε σταθμευμένα αυτοκίνητα κτλ.
Σημειώνεται ότι η Οικολογική Κίνηση Δράμας ασχολήθηκε με το θέμα αυτό στην έκδοσή της με τίτλο «Καλημέρα Κυρά Γη», ο κ. Σταμάτης Σεκλιτζιώτης, γεωπόνος (ΑΠΘ), Αρχιτέκτονας Τοπίου και πρώην Β’ Ακόλουθος Γεωργικών υποθέσεων Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ, σε άρθρο του αναφέρει μεταξύ άλλων ότι: «Ένα θέμα που απασχολεί σοβαρά τους επαγγελματίες Πρασίνου στον αστικό χώρο αλλά και τις Δ/σεις Πρασίνου των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι η διαχείριση των δέντρων στο αστικό τοπίο με τρόπο που δεν θα αποτελούν «δημόσιο κίνδυνο» ή αντιαισθητικό στοιχείο, αλλά αντίθετα θα παρέχουν την ασφάλεια και τα πλεονεκτήματα που αναμένονται από τους πολίτες και την πόλη γενικότερα.
Οι πρακτικές που ακολουθούνται (κλαδέματα, επιλογές βοτανικών ειδών για φύτευση, χώροι φύτευσης, προσαρμοστικότητες, κτλ.) συχνά στην πορεία του χρόνου καταλήγουν σε πρόωρο θάνατο των δέντρων, αλλά και στο να μετατρέπουν τις αστικές δενδροφυτεύσεις σε «πρόβλημα» που κοστίζει σε δημόσιο χρήμα και όχι στο επιθυμητό «περιβαλλοντικό πλεονέκτημα», ευθύνες που αποκλειστικά τις φέρουν οι Δημοτικές Αρχές και όχι οι πολίτες για το τι συμβαίνει στον δημόσιο χώρο και έξω από την πόρτα του σπιτιού τους, της επιχείρησης τους, ή στο σχολείο των παιδιών τους.
Προς αποφυγή ατυχημάτων, κινδύνων και δαπάνης, η Διεθνής Ένωση Δενδροκομίας (International Society of Arboriculture) συμβουλεύει για τον τρόπο που κλαδεύονται τα δένδρα και κυρίως για την επικρατούσα «νοοτροπία» αφαίρεσης κορυφών και νεότερων στην ηλικία κορυφαίων κλάδων με αυστηρά κλαδέματα, χωρίς την απόλυτη γνώση των συνεπειών και των επιπτώσεων, ιδιαίτερα για τα δένδρα στον αστικό χώρο τα οποία για λόγους μη παρεμπόδισης «αστικών λειτουργιών», π.χ. απόκρυψη θέας, αναρριχήσεις σε κτίρια, διέλευση οχημάτων μεγάλου όγκου, αισθητική, κίνδυνοι πτώσης κτλ. δέχονται τα πιο βάρβαρα πετσοκόμματα. Ένα σημαντικό στοιχείο που δείχνει πόσο λάθος είναι η καρατόμηση (“tree topping” στην αγγλική) είναι το γεγονός ότι προκαλείται απώλεια από 50 έως 100% του πράσινου φυλλώματος που αποτελεί τη «βιομηχανία τροφίμων» του δέντρου, την οποία όταν την χάσει σπεύδει μετά την έξοδο από τον λήθαργο να την αντικαταστήσει βιαστικά με νέους επιπόλαιους, λαίμαργους και αδύναμους βλαστούς γύρω και κάτω από τις «αυστηρές» τομές («διατάραξη της φυσιολογίας του φυτού»).
Βασικό και ισχυρό επιχείρημα της ISA είναι ότι η πρακτική «κατακρεούργησης» των δένδρων δεν βοηθάει στην «φυσική ανάπτυξη τους» όπως τους τα προορίζει το ίδιο τους το DNA, με αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται η «φυσιολογική ανάπτυξη του φυτού» ώστε η νέα δημιουργία κλάδων και κόμης των δένδρων που προέρχεται μετά το αυστηρό κλάδεμα (από τις τομές), να είναι κατά πολύ πιο αδύναμη, πιο ευάλωτη και να αυξάνει τον κίνδυνο προσβολής από φυτασθένειες, να δημιουργεί αστάθεια και προϋποθέσεις για πιθανή τελική πτώση με ό,τι αυτό σημαίνει.»