Δοκιμάστηκαν σκληρά, προσαρμόστηκαν και προσβλέπουν στην επόμενη μέρα οι επιχειρήσεις – Ποια «μαθήματα» τους έδωσε ο κορονοϊός – Πώς διαμορφώνεται ο νέος επιχειρηματικός χάρτης
Τρενάκι του τρόμου θυμίζει η πρωτόγνωρη κατάσταση που βιώνει από τον Μάρτιο το εγχώριο επιχειρείν. Οι ελληνικές επιχειρήσεις μετά την υπερδεκαετή κρίση που έφεραν τα μνημόνια και τις αποδεκάτισαν και ενώ είχαν αρχίσει δειλά δειλά να ατενίζουν με αισιοδοξία το μέλλον, προσγειώθηκαν απότομα μετά το σαρωτικό πέρασμα της κορονο-κρίσης η οποία διαμόρφωσε ένα νέο ναρκοθετημένο, οικονομικά, περιβάλλον.
Μπορεί όλος ο πλανήτης να επηρεάστηκε από την COVID, αλλά οι συνέπειες για τη μονίμως εξαρτημένη από τον τουρισμό ελληνική οικονομία, μεγιστοποιήθηκαν καθώς είχε πληγωθεί βαριά για τουλάχιστον οχτώ χρόνια από τις περιοριστικές πολιτικές των μνημονίων.
Έτσι το… ανοσοποιητικό της σύστημα ήταν εξασθενημένο και ιδιαιτέρως ευάλωτο σε εξωτερικές κρίσεις.
Μετά το πρώτο lockdown που σόκαρε την αγορά, πολλές επιχειρήσεις έκαναν τεράστιες προσπάθειες να προσαρμοστούν στις δυσμενείς συνθήκες αναπτύσσοντας e-shop και επιτρέποντας την τηλεργασία σε μεγάλο μέρος του προσωπικού τους.
Την ίδια στιγμή, τα μέτρα στήριξης που έλαβε η κυβέρνηση (αναστολές συμβάσεων, μετάθεση φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, παρεμβάσεις ενίσχυσης της ρευστότητας), τις βοήθησε να κρατηθούν όρθιες, σε πρώτη φάση τουλάχιστον.
Το δεύτερο «κλείδωμα» της οικονομίας τον Νοέμβριο, απόρροια της χαλάρωσης που επικράτησε το καλοκαίρι, κατάφερε ένα ακόμα ισχυρό πλήγμα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δεν είχαν προλάβει να συνέλθουν από την καραντίνα που είχε προηγηθεί και είχε δημιουργήσει ανυπέρβλητα προβλήματα στην πραγματική οικονομία, ιδιαίτερα στο λιανεμπόριο και την εστίαση με τους τζίρους να καταρρέουν.
Κάθε ημέρα απαγόρευσης λειτουργίας σημαίνει συσσώρευση περισσότερων οφειλών και συρρίκνωση των διαθεσίμων, εφόσον υπάρχουν. Το υποχρεωτικό «κλείσιμο» μίας επιχείρησης δεν μηδενίζει και τα έξοδά της. Και τα μέτρα στήριξης -το «κούρεμα» των ενοικίων, η αναστολή των συμβάσεων εργασίας, η μετάθεση της προθεσμίας πληρωμών φόρων και εισφορών αλλά και η επιστρεπτέα προκαταβολή- περιορίζουν σε κάποιο βαθμό τις καταστροφικές συνέπειες του lockdown αλλά δεν τις εξαφανίζουν.
Η έρευνα επί των «πραγματικών συνθηκών» που πραγματοποιεί το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της ΕΣΕΕ συγκλίνει σε αυτό το συμπέρασμα: ένα πολύ μικρό κατάστημα με λίγες υποχρεώσεις (ατομική επιχείρηση), φορτώθηκε δαπάνες τουλάχιστον 1.575 ευρώ μέσα στον Νοέμβριο, παρά το γεγονός ότι τα ρολά ήταν κατεβασμένα για το μεγαλύτερο διάστημα του προηγούμενου μήνα.
Για μία λίγο μεγαλύτερη επιχείρηση, με μόλις έναν εργαζόμενο, το αντίστοιχο ποσό έφτασε τις 2.670 ευρώ, ενώ μία τρίτη ατομική επιχείρηση με δύο εργαζομένους πλήρους απασχόλησης και έναν μερικής, είδε το κοστολόγιο του Νοεμβρίου να φτάνει τις 4.856 ευρώ. Και για τις τρεις περιπτώσεις δεν έγινε καμία πρόβλεψη για το κόστος που επιφέρει η απόκτηση των προμηθειών, ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό για μία εμπορική επιχείρηση η οποία στην πραγματικότητα δεν υφίσταται αν δεν πληρωθούν οι προμηθευτές της. Ούτε ελήφθη υπόψη το γεγονός ότι μία ατομική επιχείρηση στην πραγματικότητα είναι ένα φυσικό πρόσωπο που πρέπει να καλύψει ατομικές και οικογενειακές ανάγκες.
Το ακριβές αποτύπωμα του κορονοϊού στην αγορά θα φανεί τη νέα χρονιά. Όταν οι επιχειρήσεις ανοίξουν, όσες τουλάχιστον έχουν μείνει… ζωντανές, θα διαπιστώσουμε τον ακριβή αντίκτυπο (λουκέτα, ποσοστό ανεργίας, ληξιπρόθεσμα χρέη) του υγειονομικού τυφώνα που χτύπησε ανελέητα την οικονομική δραστηριότητα. Οι παρεμβάσεις στήριξης της αγοράς αν και αναγκαίες, «κρύβουν», προσωρινά βέβαια, την εικόνα που σχηματίζεται στην παραγωγική δραστηριότητα.
Με την ύφεση φέτος να καλπάζει, κινούμενη σε διψήφια μεγέθη, επιχειρηματίες και εργαζόμενοι καλούνται να ισορροπήσουν μέσα σε αυτό το δυστοπικό τοπίο. Σύμφωνα με τις νεότερες εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ, το α’ τρίμηνο η χώρα σημείωσε ανάπτυξη 0,4% έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για ύφεση 0,5% και το β’ τρίμηνο η ύφεση ήταν 14,2% έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για 15,2%.
Οι ελληνικές επιδόσεις του τρίτου τριμήνου ήταν οι χειρότερες στην ΕΕ των «27» και στην Ευρωζώνη. Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία, που είχαν δημοσιευθεί στις 13 Νοεμβρίου, το ΑΕΠ του τρίτου τριμήνου στην Ευρωζώνη σημείωσε υποχώρηση 4,4%, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους, με τις χειρότερες επιδόσεις να καταγράφονται στην επίσης τουριστική Ισπανία, όπου έπεσε κατά 8,7%. Εξάλλου, σε τριμηνιαία βάση, η ανάκαμψη στην Ευρωζώνη το τρίτο τρίμηνο ήταν 12,6%.
Θετικό πρόσημο στο ΑΕΠ του τρίτου τριμήνου είχε η καταναλωτική δαπάνη, η οποία αυξήθηκε κατά 1,6% σε ετήσια βάση και κατά 14% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο, όταν είχαμε lockdown. Αντίθετα, οι εξαγωγές, λόγω τουρισμού, μειώθηκαν κατά 44,9% σε ετήσια βάση και οι επενδύσεις μειώθηκαν κατά 0,3%. Οι εισαγωγές περιορίστηκαν μόνο κατά 6,4%, στηριζόμενες από την ιδιωτική κατανάλωση, με αποτέλεσμα η πτώση των καθαρών εξαγωγών (εξαγωγές μείον εισαγωγές) να είναι μεγάλη.
Διαβάστε περισσότερα: https://www.makthes.gr/ta-didagmata-tis-pandimias-336751