Αρχίζει η ανάδειξη του Ελληνιστικού Τάφου

0
2453

– Το Υπουργείο Πολιτισμού έδωσε πράσινο φως για την εκπόνηση μελέτης που αφορά την συντήρηση και ανάδειξη του ιστορικού μνημείου στην οδό Τροίας
– Β. Πουλιούδη στα «Χ»: «Θα αναδειχθεί όχι μόνο το μνημείο και αλλά και όλη η περιοχή»


 

Ενέκρινε το Υπουργείο Πολιτισμού το αίτημα της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δράμας, για την εκπόνηση μελέτης που αφορά τη συντήρηση των μορφολογικών και διακοσμητικών στοιχείων του Ελληνιστικού Τάφου της οδού Τροίας, με στόχους τη διαγνωστική μελέτη της τεχνολογίας κατασκευής του μνημείου, την παρακολούθηση των περιβαλλοντικών παραμέτρων που επιδρούν σε αυτό και τα αποτελέσματά τους στην κατάσταση διατήρησής του, καθώς και την κατάρτιση προτάσεων επεμβάσεων συντήρησης – αποκατάστασης και προληπτικής συντήρησης, του Ελληνιστικού τάφου.
Μιλώντας στα «ΧΡΟΝΙΚΑ της Δράμας» η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δράμας κα Βασιλική Πουλιούδη είπε ότι υπάρχουν πολλά σχέδια για τον Ελληνιστικό Τάφο, που αφορούν την ανάδειξη και τη συντήρησή του. Μέσα από αυτήν τη διαδικασία θα αναδειχθεί όχι μόνο το μνημείο και αλλά και όλη η περιοχή, όπως εκτιμά η κα Πουλιούδη. Η ίδια εξηγεί ότι ο Ελληνιστικός τάφος θα γίνει καταρχάς επισκέψιμος όλες τις ώρες. «Από την άλλη πλευρά, είναι σημαντικό ότι ένα τέτοιο μνημείο θα είναι επισκέψιμο καθημερινά μέσα στον αστικό ιστό της πόλης. Σκοπεύουμε επίσης να προχωρήσουμε στη συντήρησή και την ανάδειξη των στοιχείων του».
Ουσιαστικά πρόκειται για την απαρχή της ανάδειξης αυτού του σημαντικού μνημείου που βρίσκεται μέσα στην πόλη και μπορεί να αποτελέσει ένα ακόμη πόλο έλξης επισκεπτών.
Σύμφωνα με στοιχεία της προϊσταμένης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δράμας κας Βασιλικής Πουλιούδη, ο τάφος της οδού Τροίας αποκαλύφθηκε το 1976 και είναι το πρώτο μνημείο της Ελληνιστικής εποχής που εντοπίζεται στην πόλη της Δράμας. Έχει είσοδο στα ΝΑ και αποτελείται από δρόμο με κτιστές παρειές, προθάλαμο κτισμένο με πώρινες πλίνθους και θάλαμο λαξευτό στο σκληρό αργιλώδες χώμα. Ο δρόμος σε αυτόν, είναι πλάτους 0,95μ. και μήκους 2,15μ. Οι παρειές του είναι κτισμένες με πώρινους πλίνθους και επιχρισμένες με λευκό κονίαμα που διασώζεται σε πολλά σημεία. Τέσσερα σκαλοπάτια οδηγούν από τον δρόμο στην είσοδο του τάφου, η οποία είχε μαρμάρινο κατώφλι και ήταν κλεισμένη με τοίχο πρόχειρης κατασκευής. Η πρόσοψη ήταν επιχρισμένη, ενώ πάνω από το υπέρθυρο διασώζονται διακοσμητικά θέματα σε ελεύθερο έδαφος: 3 ανθέμια και 2 κύκλοι χωρισμένοι σε τεταρτημόρια. Τα διακοσμητικά θέματα δίνονται με υδρόχρωμα πάνω στο ασβεστοκονίαμα και έχουν χαρακτό περίγραμμα.
Ο προθάλαμος είναι κτιστός με πώρινες πλίνθους. Η κάτοψή του είναι ορθογώνια και στεγάζεται με ημικυλινδρική καμάρα. Εσωτερικά είναι επιχρισμένος με ασβεστοκονίαμα και διακοσμείται με τοιχογραφίες από υδροχρώματα. Οι τοίχοι των μακριών πλευρών κοσμούνται με μίμηση ψευδοϊσοδομικής τοιχοποιίας, η οποία καταλήγει στο άνω τμήμα σε διακοσμητική ζώνη με βούκρανα να εναλλάσσονται με ρόδακες. Το περίγραμμα και οι λεπτομέρειες των διακοσμητικών θεμάτων δίνονται με χάραξη. Στην οροφή παρατηρούμε εναλλαγή ταινιωτών θεμάτων σε διάφορα χρώματα, καθώς και τριγωνικά μοτίβα στις γωνίες. Στις δύο στενές πλευρές αποδίδονται ζωγραφικά οι παραστάδες και το υπέρθυρο των ανοιγμάτων, ενώ στο τύμπανο πάνω από το υπέρθυρο υπάρχουν διακοσμητικά θέματα σε ελεύθερο έδαφος και σε κλίμακα μικρογραφική. Στο τύμπανο της βόρειας εισόδου προς τον προθάλαμο απεικονίζεται ταύρος και αγελάδα σε αντωπή θέση, ενώ στο τύμπανο της ανατολικής εισόδου προς το δρόμο πέντε ανθέμια που εναλλάσσονται με γραπτούς κύκλους χωρισμένους σε τεταρτημόρια. Στο δάπεδο του προθαλάμου δεν διαπιστώθηκαν ταφές. Βρέθηκαν ωστόσο σαφή λείψανα καύσης και θραύσματα αγγείων καθώς και δύο ακέραια λυχνάρια.
Τέλος ο θάλαμος είναι ένας τετράγωνος χώρος, διαστάσεων 3,05 x 3,20μ., στον οποίο εισέρχεται κανείς από τη βόρεια είσοδο του προθαλάμου, αφού μεσολαβήσει ένας στενός διάδρομος. Έχει λαξευτεί στο φυσικό αργιλώδες χώμα και στο άνω τμήμα του έχει καταστραφεί. Δεν διασώζεται η οροφή του, και οι πλάγιες πλευρές έχουν καταπέσει στο μεγαλύτερο μέρος του ύψους τους. Ο θάλαμος είχε τρεις τάφους σαρκοφάγους διευθετημένους σε σχήμα Π. Οι σαρκοφάγοι καλύπτονταν από σχιστόπλακες που βρέθηκαν σπασμένες και μετακινημένες, έπειτα από προσπάθειες σύλησης του μνημείου. Στις σαρκοφάγους βρέθηκαν ίχνη καύσης και θραύσματα αποσαθρωμένων οστών μαζί με αγγεία, νομίσματα, κοσμήματα και πήλινα αντικείμενα, γεγονός που υποδεικνύει συνεχή χρήση του τάφου.
Τα αρχαιότερα ευρήματα χρονολογούνται στον 3ο αι. π.Χ., αλλά οι ενταφιασμοί στις σαρκοφάγους συνεχίζονται κατά το 2ο αι. π.Χ., πιθανόν και αργότερα. Τα περισσότερα νομίσματα ανήκουν στην περίοδο μεταξύ 187 και 31 π.Χ..
Ο εντοπισμός ενός ελληνιστικού μνημειακού τάφου στην πόλη της Δράμας αποκτά ιδιαίτερη σημασία, γιατί μέχρι και σήμερα τα ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων ευρήματα από την αρχαία πόλη δεν έχουν σαφείς τοπογραφικές ενδείξεις. Ο τάφος εντάσσεται στην περιοχή λίγο έξω από τον κατοικημένο χώρο της πόλης, την οποία πρέπει να αναζητήσουμε μέσα ή γύρω από τη βυζαντινή οχύρωση, σύμφωνα με την κα Πουλιούδη.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ