Του Τίμου Παπαδόπουλου
Αποχαιρετισμός σε μία ακριβή φίλη
Ήταν Ιούλιος μήνας τότε, που η μάνα μου έπιασε και έσφιξε το χέρι μου τόσο δυνατά. Ποτέ άλλοτε δεν θυμάμαι να το έχει ξανακάνει. Ερχόμουν τελευταία τακτικά στην Δράμα και τώρα σχεδόν κάθε εβδομάδα. Μόλις βγήκα από το δωμάτιο η μάνα μου έφυγε. Λες και περίμενε να με δει και μετά να φύγει.
Αυτή η εικόνα μου ήρθε στο μυαλό χθες στην Θεσσαλονίκη, που πήγα να αποχαιρετήσω για τελευταία φορά την φίλη μου την Νούλα. Ο Βαγγέλης ο γιός της ήρθε από το εξωτερικό για λίγες μέρες και τα είπανε με χαρά. Μετά από λίγες ώρες έκλεισε τα μάτια της και δεν τα ξανάνοιξε. Ήταν η μεγάλη της αγάπη και η μόνιμη έγνοια της. Μιλούσαμε ταχτικά στο τηλέφωνο τον τελευταίο χρόνο, που έμεινε στο κρεβάτι παλεύοντας τις μεταστάσεις που την τυραννούσαν. Το μισό χρόνο μιλούσαμε για τα δικά μας και τον άλλο μισό για τον Βαγγέλη. Είχε την έγνοια της αποκατάστασης του παρόλο που φρόντισε με τον άντρα της τον Χρήστο να τον στείλουν από νωρίς στην Αμερική στα καλύτερα πανεπιστήμια για σπουδές. Η μόρφωση ήταν η αγάπη της και η αδυναμία της. Σπούδασε η ίδια στο Παρίσι, συνέχησε στην Αμερική με τον άντρα της, αυτός στην χειρουργική και αυτή στην φιλολογία, δίδαξε στο Πανεπιστήμιο και έγραψε βιβλία. Αυτό όμως που την έκανε ιδιαίτερα αγαπητή ήταν η ζωή της μέσα στους ανθρώπους. Έζησε με αγάπη για τους δικούς της ανθρώπους και με δυνατές φιλίες και πάντα με πάθος για γνώση. Όλοι δίπλα της μαθαίνανε και έδινε με αγάπη ότι θεωρούσε χρήσιμο, ωφέλιμο και προ παντός πνευματικά ανώτερο. Στολίδι της ζωής της ήταν η αγάπη της για τους ανθρώπους που γνώριζε. Με τον άντρα της τον Χρήστο γύρισε όλο τον κόσμο και μαζί ανέβηκαν στην ανώτατη βαθμίδα της εκπαίδευσης. Καθηγητές και οι δύο στο Πανεπιστήμιο, γιατρός αυτός, παιδαγωγός η ίδια, δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να ψάχνει και να ψάχνεται.
Όταν έχτισε στην Χαλκιδική το εξοχικό μαζί με την εξαδέλφη της, δεν πέρασε ούτε μέρα χωρίς επισκέψεις και φίλους. Ύστερα φρόντισε και να τους έχει δίπλα της. Μάζεψε τους αγαπημένους της φίλους στον οικισμό κολλητά στο εξοχικό της και εκεί τα παιδιά μας έζησαν τις καλύτερες μέρες της ζωής τους. Και μαζί με αυτούς και εμείς. Αληθινό θερινό πανεπιστήμιο. Δεν ήταν όμως μόνο το καλοκαίρι που μαζεύονταν γνωστοί συγγενείς και φίλοι στο σπίτι της. Το ίδιο γίνονταν και στο σπίτι της Θεσσαλονίκης. Πάντα ανοιχτό και φιλόξενο για όλους.
Έτσι ήταν η Νούλα. Αυτή ήταν. Ο χαρούμενος και ο γεμάτος με ενδιαφέροντα άνθρωπος. Από μαθήτρια στην Δράμα ακόμα ήταν το άτομο που έπαιζε μουσική, που τραγουδούσε και γελούσε ασταμάτητα. Μια πηγή χαράς. Όταν έφυγε από την Δράμα για σπουδές, κράτησε όλες τις φιλίες της ακόμα και με την γειτονιά της. Επικοινωνούσε με όλους ακόμα και όταν ήταν μακριά. Πάντα έδινε με έντεχνο τρόπο συμβουλές και ενεθάρρυνε όποιον έβλεπε να προσπαθεί και να ψάχνεται.
Με την αναχώρηση της η Νούλα πήρε μαζί της και τα τελευταία στολίδια και τα χαρίσματα της γενιάς μας. Αυτά που στις μέρες μας αρχίζουν να σπανίζουν. Αυτά που η Νούλα τα είχε και τα μοιράζονταν με όλους.
Γι’ αυτό θα μας λείψει θα με λείψει. Και δεν θα είναι όπως συνήθως λένε σε επικήδειους και άλλες τελετές κοινότυπα λόγια όπως «θα σε θυμόμαστε πάντα», «δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ» και άλλα τέτοια. Γιατί αυτό είναι δεδομένο και αυτονόητο. Η Νούλα ήταν ένα κομμάτι του εαυτού μας. Και αυτό το πήρε μαζί της.
Γι’ αυτό και εγώ όταν πήγα χθες στην Θεσσαλονίκη να την αποχαιρετήσω, της έφερα το άρωμα των λουλουδιών της γειτονιάς όπου μεγαλώσαμε. Και την αποχαιρέτησα με αγάπη και πόνο.
[…] post Μνήμη Ουρανίας (Νούλας) Σέμογλου appeared first on Χρονικά της […]