Του Αχιλλέα Παπαδόπουλου, Ειδικού Καρδιολόγου
Είναι γνωστό ότι η συχνότητα εμφάνισης της αρτηριακής υπέρτασης αυξάνεται με την ηλικία, ενώ είναι επίσης σαφές ότι τα νοσήματα του αυτόνομου νευρικού συστήματος έχουν μεγαλύτερη επίπτωση στα ηλικιωμένα άτομα. Η νόσος του Parkinson, πέρα από την χαρακτηριστική νευρολογική εικόνα της αδυναμίας εκτέλεσης λεπτών κινήσεων, της ακαμψίας του σώματος και της άνοιας, συνοδεύεται και από άλλες συστηματικές εκδηλώσεις από το δέρμα, τους οφθαλμούς, το αναπνευστικό και το καρδιαγγειακό σύστημα. Σχετικά με το τελευταίο, μελέτες έχουν δείξει ότι τα συμπτώματα από την καρδιά και τα αγγεία μπορεί να προηγούνται αυτών από το νευρικό σύστημα. Πράγματι, σε μελέτες έχει δειχθεί ότι οι διαταραχές ρυθμού στο καρδιογράφημα, η κολπική μαρμαρυγή και οι στενώσεις στις καρωτίδες σχετίζονται με τη μελλοντική νόσο Parkinson. Μάλιστα οι ασθενείς με ορθοστατική υπόταση και νόσο Parkinson εμφανίζουν 60% μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου από καρδιακό νόσημα και 220% από αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο.
Σχετικά με την ορθοστατική υπόταση, η οποία ορίζεται ως η πτώση κατά 20mmHg της συστολικής πίεσης και κατά 10mmHg της διαστολικής πίεσης μετά από παραμονή σε όρθια θέση, στους ασθενείς αυτούς είναι αποτέλεσμα διαταραχής των αντανακλαστικών των τασεοϋποδοχέων και παρατηρείται ολοένα και περισσότερο σε μεγαλύτερης ηλικίας πρόσωπα. Ωστόσο, η ορθοστατική υπόταση δεν συνοδεύεται πάντοτε από συμπτώματα και πτώση-συγκοπή, αλλά ούτε και σχετίζεται με τη λήψη των φαρμάκων για το Parkinson. Για την αποφυγή της ορθοστατικής υπότασης, σε ασθενείς με νόσο του Parkinson και αρτηριακή υπέρταση υπό θεραπεία, θα πρέπει να φροντίζουμε για καλή ενυδάτωση, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες (για παράδειγμα η λήψη μισού λίτρου νερού μπορεί να αυξήσει την αρτηριακή πίεση σε φυσιολογικά επίπεδα εντός 10 λεπτών) και για αποφυγή μεγάλων γευμάτων και παραμονής σε θερμό περιβάλλον. Επίσης, πρέπει να μειώνεται η χρήση των α-αποκλειστών, των τρικυκλικών αντικαταθλιπτικών, ενώ οι κάλτσες συμπίεσης, εάν και δεν είναι εύκολα ανεκτές για μεγάλο χρονικό διάσημα, σε πολλές περιπτώσεις μπορούν να αποτελέσουν λύση για αποφυγή της οξείας πτώσης της αρτηριακής πίεσης σε όρθια θέση.
Είναι σημαντικό να αναφερθεί, ότι σε υπερτασικούς ασθενείς με νόσο του Parkinson συχνά παρατηρείται και το φαινόμενο της πολύ μεγάλης αύξησης της αρτηριακής πίεσης σε ύπτια θέση, κατά τη διάρκεια του ύπνου. Αυτό έχει δειχθεί σε μελέτες με 24ωρη καταγραφή αρτηριακής πίεσης και, δυστυχώς δεν υπάρχουν πολλά δεδομένα για την κλινική σημασία αυτών των μεταβολών, καθώς και για τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης τους. Προτείνεται η κατάκλιση με έγερση της κεφαλής, ώστε να γίνει αναπροσαρμογή του παθολογικού αντανακλαστικού των τασεοϋποδοχέων, που προκαλεί την αύξηση της αρτηριακής πίεσης και η τοποθέτηση επιθεμάτων νιτρωδών για την ελάττωση της πίεσης τη νύκτα ή η χρήση μικρής διάρκειας αντιυπερτασικών σκευασμάτων, όπως οι ανταγωνιστές ασβεστίου και η λοσαρτάνη. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να γίνεται εξατομίκευση της θεραπείας, με στενή παρακολούθηση του αρρώστου, καθώς δε είναι λίγες οι περιπτώσεις συμπτωματικής υπότασης κατά την έγερση από το κρεβάτι. Τέλος, φάρμακα ειδικά, όπως η μιδοδρίνη και η φλουδροκορτιζόνη, αν και μπορούν να βελτιώσουν την ορθοστατική υπόταση, συνοδεύονται από ανεπιθύμητες ενέργειες, οι οποίες δεν είναι ανεκτές και οδηγούν συχνά στη διακοπή τους.
Συμπερασματικά, οι ασθενείς με νόσο του Parkinson είναι ασθενείς υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου και η θεραπεία της αρτηριακής υπέρτασης σε αυτόν τον ιδιαίτερο πληθυσμό αποτελεί πρόκληση, καθώς θα πρέπει να αντιμετωπιστεί η μεγάλη διακύμανση της αρτηριακής πίεσης, όπου τα δύο «άκρα» της υπότασης-συγκοπής και της αύξησης της αρτηριακής πίεσης κατά την κατάκλιση μπορούν συχνά να συνυπάρχουν στους ασθενείς. Για την καλύτερη θεραπευτική τους προσέγγιση χρειάζεται εξατομίκευση της αντιμετώπισης και συνεργασία καρδιολόγων και νευρολόγων, ενώ η οργάνωση ειδικών μονάδων διαχείρισης αυτών των ασθενών αποτελεί σύγχρονη ανάγκη.